Του Μάρκου Αϊβαλιώτη,MD, PhD, Επιστημονικός υπεύθυνος Δερματολογικού Τμήματος ΙΑΣΩ General.Στο φάσμα ενεργειακής εκπομπής του ηλίου περιλαμβάνονται η υπέρυθρη ακτινοβολία (με μήκος κύματος >760nm), η ορατή ακτινοβολία (400-760 nm) και η υπεριώδης ακτινοβολία (ultraviolate, UV, 200-400 nm).
Στο φάσμα ενεργειακής εκπομπής του ηλίου περιλαμβάνονται η υπέρυθρη ακτινοβολία (με μήκος κύματος >760nm), η ορατή ακτινοβολία (400-760 nm) και η υπεριώδης ακτινοβολία (ultraviolate, UV, 200-400 nm). H τελευταία χωρίζεται κατά σειρά μείωσης του μήκους κύματος σε UVA (320-400 nm), UVB(290-320 nm) και UVC (200-290 nm). Βλαβερή για τον άνθρωπο και ιδίως για το δέρμα του μπορεί να είναι η UV από την οποία :
(α) Η UVA προσπίπτει σε σημαντικό ποσοστό στη γη ακόμα και κατά τις συννεφιασμένες ημέρες, διαπερνά το τζάμι και προκαλεί την έναρξη του μαυρίσματος του δέρματος και λιγότερο του εγκαύματος, ενώ συμμετέχει και στη φωτογήρανση και την καρκινογένεση του δέρματος.
(β) Η UVB είναι λιγότερο παρούσα και η πρόσπτωσή της στη γη είναι έντονη για λιγότερες ώρες σε σχέση με την UVA. Είναι, επίσης, λιγότερο ικανή για πρόκληση μαυρίσματος αλλά περισσότερο ικανή για πρόκληση εγκαύματος σε σχέση με την UVA.
Τέλος, συμμετέχει και αυτή στην πρόκληση φωτογήρανσης και καρκινογένεσης στο δέρμα.
(γ) Η UVC είναι η πιο καρκινογόνος για το δέρμα αλλά φιλτράρεται από το στρώμα του όζοντος της ατμόσφαιρας και έτσι η βλαπτική της δράση επηρεάζει περιοχές του βορείου ημισφαιρίου, όπου υπάρχει τρύπα του όζοντος.
Τι είναι η φωτογήρανση και τι η καρκινογένεση του δέρματος που σχετίζονται με την έκθεση στην UVακτινοβολία;
Η φωτογήρανσητου δέρματος είναι μία διαρκής διαδικασία φθοράς οφειλόμενη στην καθημερινή έκθεση στην UV που υφίσταται ο άνθρωπος σε όλη τη διάρκεια της ζωής του
Πρόκειται δηλ. για σωρευτική επίδραση, που σταδιακά αλλοιώνει τις ελαστικές ίνες του χορίου (φαινόμενο που ονομάζεται ελάστωση), τα τριχοειδή (σταδιακή δημιουργία περισσότερων ευρυαγγειών) κ.ά. Γενικά η φωτογήρανση προστίθεται σταδιακά στη φυσική ή βιολογική γήρανση και εκδηλώνεται κλινικά στις περισσότερο εκτιθέμενες στον ήλιο περιοχές του σώματος με δυσχρωμίες (καφέ, κίτρινες, ερυθρές, πολλαπλές κηλίδες σαν μωσαϊκό), αύξηση των λεπτών ρυτίδων, μείωση της ελαστικότητας του δέρματος.
Η καρκινογένεσηστο δέρμα πορεύεται παράλληλα με τη φωτογήρανση και οφείλεται εν μέρει σε γενετική προδιάθεση και εν μέρει σε μία σωρευτική επίδραση της UV ακτινοβολίας στα επιθηλιακά κύτταρα της επιδερμίδας, όπως π.χ. τη μείωση της «επανορθωτικής» ικανότητας του DNA τους και κάποιες μεταλλάξεις ογκογονιδίων. Το αποτέλεσμα είναι ότι προϊούσης της ηλικίας αυξάνεται η εμφάνιση ακτινικών υπερκερατώσεων (που σήμερα θεωρούνται in situ καρκινώματα)., όπως και βασικοκυτταρικών και ακανθοκυτταρικών επιθηλιωμάτων. Με ανάλογους μηχανισμούς φαίνεται ότι αυξάνεται και η εμφάνιση του κακοήθους μελανώματος.
Όλα τα πιο πάνω ενισχύονται για όσους δεν έχουν τηρήσει στη ζωή τους κάποιους βασικούς κανόνες ηλιοπροστασίας.
’Ανθρωποι που ζουν μόνιμα σε βόρεια κλίματα κινδυνεύουν από τις βλαβερές επιπτώσεις της UVακτινοβολίας ;
Στην πραγματικότητα ναι, γιατί το «όφελος» που έχουν από τη συγκριτικά μικρότερη έκθεση στον ήλιο ακυρώνεται από τον πιο ευάλωτο φωτότυπο του δέρματός τους (Ι ή ΙΙ κατά Fitzpatrick) και το μειωμένο φιλτράρισμα της βλαβερής UVC , το οφειλόμενο στη τρύπα του όζοντος της ατμόσφαιρας των περιοχών αυτών.
Eίναι μόνο βλαβερή η ηλιακή ακτινοβολία για το δέρμα;
Σίγουρα όχι. Πέρα από τη γενικότερη ευεργετική δράση του ήλιου στα οικοσυστήματα, υπάρχουν κάποιες σαφείς ευεργετικές επιδράσεις της ηλιακής ακτινοβολίας στον ανθρώπινο οργανισμό, όπως ενεργοποίηση της βιταμίνης D που γίνεται ενζυιμικά στην επιδερμίδα με την καταλυτική συνεισφορά της ηλιακής ακτινοβολίας. (Ένα στάδιο αυτής της ενεργοποίησης γίνεται και στους νεφρούς). Είναι δε γνωστή η σημασία της βιταμίνης D για την αξιοποίηση του ασβεστίου από τα αναπτυσσόμενα οστά. Επίσης, ένα κανονικό, όχι υπερβολικό «μαύρισμα» του δέρματος αρκεί για να του προσφέρει μία περαιτέρω αν και μετρίου βαθμού αντηλιακή προστασία. Εξάλλου, χρόνιες δερματικές παθήσεις, όπως η ατοπική δερματίτις, η σμηγματορροϊκή δερματίτις, η ψωρίαση, κ. ά. υποχωρούν σημαντικά μετά από εκθέσεις στην υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου. Ωστόσο, όλα τα αναφερθέντα δεν δικαιολογούν σε καμιά περίπτωση τη μεγάλης διάρκειας, επαναλαμβανόμενη έκθεση στον ήλιο ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες. Στην τελευταία περίπτωση, η αναλογία μακροπρόθεσμης βλάβης προς όφελος για το δέρμα ρέπει σαφώς υπέρ της πρώτης.
Πως προστατευόμαστε καλύτερα από την ηλιακή ακτινοβολία;
Η αποφυγή της έκθεσης στον ήλιο και η καθημερινή προστασία είναι τα καλύτερα προφυλακτικά μέτρα και θα πρέπει να γίνονται πράξη από τον καθένα. Η προφυλακτική συμπεριφορά θα πρέπει να διδάσκεται και να ενθαρρύνεται με βάση και το ότι στην περιοχή που ζούμε η υψηλή ηλιοφάνεια διαρκεί για τουλάχιστον έξι μήνες του έτους.
Τι αντηλιακόείναι προτιμότερο να χρησιμοποιούμε;
Το σημαντικότερο είναι να γίνεται επιλογή αντηλιακού με υψηλό δείκτη προστασίας για τις πρώτες τουλάχιστον εκθέσεις. Στη φάση αυτή το αντηλιακό πρέπει να έχει δείκτη αντιηλιακής προστασίας ( Sun Protector Factor = SPF ) 30 έως 50 ανάλογα με τον τύπο του δέρματος , την ύπαρξη ή μη συγκεκριμένων φωτοεξαρτώμενων δερματικών παθήσεων (όπως ροδόχρους νόσος, φωτοαλλεργίες – φωτοδερματίτιδες, ερυθηματώδης λύκος κλπ). Η συμβουλή από έναν ειδικό Δερματολόγο κρίνεται απαραίτητη για τα θέματα αυτά. Στη συνέχεια μπορούμε να βασιζόμαστε και σε αντηλιακά με 10 – 15 μονάδες μικρότερο spf. ‘Αλλωστε, το φυσικό μαύρισμα από μόνο του παρέχει μό ηλιοπροστασία ισοδύναμη περίπου 10 μονάδων spf.
Τι είναι ο δείκτης ηλιοπροστασίας spf;
H διεθνώς αποδεκτή έννοια του δείκτη αντιηλιακής προστασίας spf είναι απλά μια αριθμητική έκφραση του βαθμού προστασίας που προσφέρει ένα αντηλιακό. Πρόκειται, δηλαδή, για την καθυστέρηση πρόκλησης ηλιακού εγκαύματος που μπορεί να εξασφαλίσει το εκάστοτε προϊόν εάν εφαρμοσθεί κατά την πρώτη έκθεση του δέρματος σε ηλιακό φως. Η μαθηματική σχέση δεν είναι απολύτως ανάλογη : π.χ. ένα αντηλιακό με spf 50 προσφέρει μεγαλύτερη αλλά όχι ακριβώς διπλάσια προστασία από ένα άλλο με spf 25.
Eίναι βελτιωμένα και ασφαλή τα σύγχρονα αντηλιακά;
Τα σύγχρονα αντηλιακά διαθέτουν κυμαινόμενο ποσοστό «φυσικών» φίλτρων, όπως οξείδιο τιτανίου κ.ά. τα οποία από μόνα τους εμποδίζουν τη γρήγορη επάλειψη. Γι’αυτό το λόγο τα προϊόντα εμπλουτίζονται με νεότερα συστατικά που διευκολύνουν την εύκολη επάλειψη αλλά και την πιο στεγανή και αδιάβροχη εφαρμογή τους. Παράλληλα περιορίζεται όλο και περισσότερο η προσθήκη κλασσικών ερεθιστικών για το δέρμα ουσιών, όπως ορισμένα συντηρητικά (prabens κ.ά.) αλλά και ορισμένες χρωστικές και αρωματικές ουσίες.
Μάρκος Αϊβαλιώτης,
MD, PhD Επιστημονικός υπεύθυνος
Δερματολογικού Τμήματος ΙΑΣΩ General
ΠΗΓΗ:ΙΑΣΩ General, healthierworld.gr
© 2019 Iatrica Όροι χρήσης | Πολιτική προστασίας απορρήτου