Αν και πολλοί πιστεύουν πως με ένα ποτάκι μπορούν να χαλαρώσουν, μία νέα μελέτη αποκαλύπτει πως το αλκοόλ όχι μόνο δεν μας χαλαρώνει, αλλά εντείνει το στρες. Και το χειρότερο είναι πως όταν πίνουμε σε κατάσταση στρες, χρειαζόμαστε περισσότερο αλκοόλ για να μας «πιάσει».
Αν και πολλοί πιστεύουν πως με ένα ποτάκι μπορούν να χαλαρώσουν, μία νέα μελέτη αποκαλύπτει πως το αλκοόλ όχι μόνο δεν μας χαλαρώνει, αλλά εντείνει το στρες. Και το χειρότερο είναι πως όταν πίνουμε σε κατάσταση στρες, χρειαζόμαστε περισσότερο αλκοόλ για να μας «πιάσει».
Την μελέτη πραγματοποίησαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Σικάγου, οι οποίοι διαπίστωσαν ότι η σχέση αλκοόλ και στρες είναι αμφίδρομη: το μεν αλκοόλ αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει ο οργανισμός το στρες, το δε στρες αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζει το αλκοόλ τον οργανισμό.
Επακόλουθο αυτής της αλληλεπίδρασης είναι πως όσοι έχουν στρες και στρέφονται στο αλκοόλ για να χαλαρώσουν, αφ’ ενός πρέπει να πιουν περισσότερο απ’ ό,τι αν ήταν ήρεμοι για να τους επηρεάσει, αφ’ ετέρου το μόνο που καταφέρνουν είναι να παρατείνουν και να εντείνουν το στρες τους.
Όπως εξηγούν στην επιθεώρηση «Alcoholism: Clinical & Experimental Research», όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με στρεσογόνα γεγονότα ενεργοποιείται μία αλληλουχία σωματικών και συναισθηματικών αντιδράσεων, η οποία συνεχίζεται και μετά το στρεσογόνο γεγονός.
«Λ.χ., η αύξηση του καρδιακού παλμού και της αρτηριακής πίεσης, η παραγωγή της ορμόνης του στρες (της κορτιζόλης) και η ανάπτυξη αισθημάτων έντασης και αρνητικής ψυχικής διάθεσης, εκδηλώνονται, κορυφώνονται και υποχωρούν με διαφορετικό ρυθμό», γράφουν η δρ Έμμα Τσάιλντς και οι συνεργάτες της.
«Αναλόγως με το στάδιο του στρες στο οποίο θα γίνει η κατανάλωση του αλκοόλ, επηρεάζεται και κάποιος μηχανισμός αντίδρασης στο στρες».
Η σχετική μελέτη έγινε σε 25 υγιείς άντρες, που διεκπεραίωσαν μια στρεσογόνο δραστηριότητα (να δώσουν μια σοβαρή ομιλία μπροστά σε ακροατήριο) και μία μη στρεσογόνο, ώστε να γίνουν συγκρίσεις των αντιδράσεών τους.
Μετά από κάθε δραστηριότητα, έγινε σε 11 από τους εθελοντές ενδοφλέβια έγχυση υγρού που περιείχε ποσότητα αλκοόλ ίση με αυτή που ανευρίσκεται σε δύο ποτά. Η έγχυση έγινε στους μέσα σε 1 λεπτό από την ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων, ενώ 30 λεπτά αργότερα έγινε νέα έγχυση υγρού που περιείχε ανενεργό ουσία.
Στους υπόλοιπους 14 άντρες έγινε το αντίστροφο: πρώτα η έγχυση της ανενεργού ουσίας και 30 λεπτά αργότερα έγχυση αλκοόλ.
Ταυτοχρόνως, γίνονταν στους εθελοντές εξετάσεις, ώστε να αξιολογηθεί το επίπεδο του άγχους, της διέγερσης και της λαχτάρας τους για περισσότερο αλκοόλ, καθώς και ο καρδιακός παλμός, η αρτηριακή τους πίεση και η κορτιζόλη στο σάλιο τους.
Όπως έδειξε η ανάλυση των στοιχείων, το αλκοόλ μείωνε την παραγωγή της κορτιζόλης και παρέτεινε τα αισθήματα έντασης, ενώ το στρες από την πλευρά του μείωνε τις ευχάριστες επιδράσεις του αλκοόλ ή αύξανε την λαχτάρα για περισσότερο.
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι το αλκοόλ επιδεινώνει την αντιμετώπιση του στρες, ενώ το στρες αδρανοποιεί κατά κάποιο τρόπο το αλκοόλ, με συνέπεια να μην μας «πιάνει», καταλήγουν οι ερευνητές.
ΠΗΓΗ: Web Only, ygeia.tanea.gr
© 2019 Iatrica Όροι χρήσης | Πολιτική προστασίας απορρήτου