Η θεραπεία της αμβλυωπίας (γνωστής ως «τεμπέλικο μάτι») είναι πιθανότερο να είναι επιτυχημένη όσο πιο μικρό είναι το παιδί, αν και τα μεγαλύτερα παιδιά μπορούν επίσης να επωφεληθούν, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Archives of Ophthalmology.
Η θεραπεία της αμβλυωπίας (γνωστής ως «τεμπέλικο μάτι») είναι πιθανότερο να είναι επιτυχημένη όσο πιο μικρό είναι το παιδί, αν και τα μεγαλύτερα παιδιά μπορούν επίσης να επωφεληθούν, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Archives of Ophthalmology.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Τζονς Χοπκινς στην Βαλτιμόρη επανεξέτασαν στοιχεία για σχεδόν 1.000 παιδιά που είχαν υποβληθεί σε θεραπεία για αμβλυωπία (περιορισμένη όραση στο ένα μάτι, ποικίλης ατιολογίας). Διαπίστωσαν ότι τα παιδιά 3-7 ετών ανταποκρίνονταν περισσότερο στη θεραπεία από τα παιδιά 7-13 ετών, εδικά στις μέτριες έως σοβαρές περιπτώσεις αμβλυωπίας.
Παρά το γεγονός ότι τα μεγαλύτερα παιδιά δεν είχαν εξίσου σημαντικές βελτιώσεις με τα μικρότερα, τελικά είχαν βελτίωση και σε μερικές περιπτώσεις καταγράφηκαν και σημαντικά οπτικά οφέλη.
Η αμβλυωπία προκαλείται είτε από μυωπία στο ένα μάτι ή από στραβισμό. Αν η πάθηση δεν αντιμετωπιστεί, ο εγκέφαλος βαθμιαία αγνοεί τις εικόνες από το «τεμπέλικο μάτι» συντελώντας σε μόνιμα προβλήματα όρασης.
Η αμβλυωπία είναι η κύρια αιτία προβλημάτων όρασης στα παιδιά, επηρεάζοντας το 2%-4% των παιδιών.
Η θεραπεία ξεκινά πρώτα από την διευθέτηση των υποκείμενων οπτικών προβλημάτων που ευθύνονται για την κακή όραση, είτε χειρουργικά, είτε με ειδικές ασκήσεις ή με γυαλιά οράσεως. Στην συνέχεια, το λειτουργικό μάτι καλύπτεται με ειδικό επίθεμα για δύο ώρες καθημερινά ή χορηγούνται σταγόνες θόλωσης της όρασης, ώστε να αναγκαστεί το αδύναμο μάτι να λειτουργήσει.
Η θεραπεία δεν έχει σημαντικές παρενέργειες και το 85% των παιδιών καταφέρνει να έχει αποτέλεσμα όραση 20 στα 30 ή και περισσότερο.
Οι ερευνητές του αμερικανικού πανεπιστημίου θέλησαν λοιπόν να δουν τις διαφορές ως προς την επιτυχία και έτσι επανεξέτασαν τα αποτελέσματα τεσσάρων ήδη δημοσιευμένων ερευνών.
Τα παιδιά είχαν χωριστεί σε τρεις ομάδες: 3-5 ετών, 5-7 ετών και 7-13 ετών. Επίσης χωρίστηκαν σε δύο ξεχωριστές κατηγορίες, μέτρια ή σοβαρής, ανάλογα με την ποιότητα της όρασης στο επηρεαζόμενο μάτι.
Τα μικρότερα παιδιά είχαν καλύτερη ανταπόκριση στη θεραπεία και στις δύο κατηγορίες σοβαρότητας της αμβλυωπίας. Στην μέτριας σοβαρότητας, τα παιδιά 3-5 ετών είχαν κατά 39% βελτιωμένη όραση, συγκριτικά με τα μεγαλύτερα παιδιά και τα παιδιά 5-7 ετών βελτίωσαν την όραση τους κατά 46%.
Σύμφωνα με την κλίμακα αξιολόγησης της οπτικής βελτίωσης logMAR (απεικονίζει γραμμές σε οπτικό πίνακα), τα παιδιά 3-5 ετών είχαν κερδίσει κατά μέσο όρο 2,29 γραμμές, τα παιδιά 5-7 ετών 2,41 γραμμές και τα παιδιά 7-13 ετών μόλις 1,63 γραμμές.
Πιο έντονες διαφορές παρατηρήθηκαν στα παιδιά με σοβαρή αμβλυωπία, αν και οι επιστήμονες σημειώνουν ότι η μελέτη δεν περιλάμβανε πολλά παιδιά με σοβαρή αμβλυωπία, και τα νούμερα δεν θα πρέπει να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικά.
Στην συγκεκριμένη κατηγορία πάντως, τα παιδιά τις μικρότερη ηλικιακής ομάδας βελτίωσαν την όρασή τους, κατά μέσο όρο, κατά 4,16 γραμμές οπτικής οξύτητας.
Τα αποτελέσματα της μελέτης είναι αξιόλογα, αλλά η ηλικία των ασθενών δεν προβλέπει αν είναι πιθανό να προκύψουν μακροπρόθεσμα οφέλη από την αγωγή. Παρά το πλεονέκτημα της πρώιμης θεραπείας, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα οφέλη στα μεγαλύτερα παιδιά ήταν καλύτερα απ’ ότι πίστευαν μέχρι σήμερα.
ΠΗΓΗ:health.in.gr