Η πρόοδος της ιατρικής αλλά και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου, που συντελέστηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, είχαν σαν αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση του μέσου όρου ζωής. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξει σε σημαντικό βαθμό η επιδημιολογία πολλών από τα γνωστά νοσήματα.
Η πρόοδος της ιατρικής αλλά και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου, που συντελέστηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, είχαν σαν αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση του μέσου όρου ζωής. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξει σε σημαντικό βαθμό η επιδημιολογία πολλών από τα γνωστά νοσήματα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο καταρράκτης, αφού, όπως απεδείχθη, ο φακός του οφθαλμού δεν είναι ικανός να ζει χωρίς να εμφανίσει θολώσεις για παραπάνω από 65 χρόνια περίπου. Αποτέλεσμα αυτού είναι η πλειοψηφία των επεμβάσεων που γίνονται σήμερα για την αντιμετώπιση της νόσου να αφορούν ηλικιωμένους ασθενείς.
Ορισμός
Ως καταρράκτη ορίζουμε κάθε θόλωση του κρυσταλλοειδούς φακού του οφθαλμού, ανεξαρτήτως έκτασης και αιτιολογίας.
Αιτιολογία
Ανάλογα με το χρόνο εμφάνισης, η νόσος μπορεί να χαρακτηριστεί ως συγγενής, όταν ανιχνεύεται μέχρι και τρεις μήνες από τη γέννηση, ή ως επίκτητη, όταν εμφανίζεται σε κάποια μεταγενέστερη φάση της ζωής. Στη δεύτερη περίπτωση και για να μην νομίζει κανείς ότι μόνο η πάροδος του χρόνου ενοχοποιείται για τον καταρράκτη, μια αδρή αιτιολογική κατάταξη είναι η παρακάτω:
Α. Γεροντικός
Β. Δευτεροπαθής από:
Γ. Τραυματικός
Δ. Από φυσικά αίτια
Διάφορες οφθαλμικές παθήσεις είναι δυνατό να επιπλακούν με την εμφάνιση καταρράκτη. Πιο συχνή αιτία αποτελούν οι φλεγμονές και ιδιαίτερα η χρόνια ιριδοκυκλίτιδα. Σπανιότερα ενοχοποιούνται εκφυλιστικές καταστάσεις του οφθαλμού, όπως η μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια, αλλά και βαριές διαταραχές της αιμάτωσής στο πρόσθιο τμήμα του. Σ' αυτές τις περιπτώσεις βέβαια, το άτομο βρίσκεται ήδη υπό την τακτική παρακολούθηση του οφθαλμίατρου και ο καταρράκτης διαγιγνώσκεται έγκαιρα.
Όσον αφορά τα συστηματικά νοσήματα, καλό είναι όσοι πάσχουν από ατοπική δερματίτιδα, μυοτονική δυστροφία ή σκληρόδερμα να γνωρίζουν ότι έχουν αυξημένες πιθανότητες να νοσήσουν από καταρράκτη σε σχέση πάντα με το γενικό πληθυσμό.
Από τα μεταβολικά νοσήματα, θα πρέπει να αναφερθούμε στο σακχαρώδη διαβήτη. Η νόσος έχει σαν αποτέλεσμα η θόλωση του φακού να ξεκινά σε μικρότερες ηλικίες και να εξελίσσεται γρηγορότερα. Και σε αυτή την περίπτωση βέβαια, όπως ισχύει και για τις περισσότερες από τις επιπλοκές που εμφανίζουν οι διαβητικοί, ο καλός έλεγχος των επιπέδων σακχάρου του αίματος με υγιεινοδιαιτητικά μέτρα και την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή αποτρέπει ή καθυστερεί αρκετά την εμφάνισή τους.
Όσον αφορά τις φαρμακευτικές ουσίες, η χρόνια χρήση κορτικοστεροειδών σε μεγάλες δόσεις σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση θολώσεων τπυ φακού. Με τον όρο χρόνια εδώ εννοούμε για διάστημα ίσο ή μεγαλύτερο του ενός έτους. Το ίδιο ισχύει και για μια κατηγορία κολλυρίων που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του γλαυκώματος, όπως η πιλοκαρπίνη.
Μια ισχυρή πλήξη του βολβού ή η παραμονή για μεγάλο χρονικό διάστημα ενός ξένου σώματος (π.χ. μεταλλικό ρίνισμα) εντός του οφθαλμού είναι δυνατόν να οδηγήσει σε μόνιμη θόλωση του φακού, ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες βλάβες που θα προκαλέσει. Κάτι τέτοιο είναι ευνόητο ότι συμβαίνει πάντα σε τραύματα που τρυπάνε ή σπάνε τη μεμβράνη που περιβάλλει το φακό, η οποία ονομάζεται περιφάκιο.
Λέγοντας φυσικά αίτια εννοούμε την ακτινοβολία (υπεριώδης, ακτίνες Χ), το ηλεκτρικό ρεύμα και τη θερμότητα. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους είναι απαραίτητη η χρήση των γυαλιών ηλίου, ιδιαίτερα το καλοκαίρι.
Συμπτώματα
Σε όλες τις περιπτώσεις και αφού η διαφάνεια του φακού δεν διατηρείται, το αποτέλεσμα είναι η προοδευτική απώλεια της όρασης στον πάσχοντα οφθαλμό.
Ανάλογα με την εντόπιση των θολώσεων μέσα στο φακό και το μέγεθός τους, μπορεί να εμφανιστούν επίσης:
Ο καταρράκτης δεν προκαλεί πόνο, με αποτέλεσμα συνήθως την καθυστερημένη προσέλευση του ασθενούς στον ιατρό.
Θεραπεία
Από τη στιγμή που θα εμφανιστεί, ο καταρράκτης ΔΕΝ αντιμετωπίζεται με φάρμακα. Η μόνη θεραπεία είναι η χειρουργική, η οποία αποτελεί και τη συχνότερη επέμβαση στην Οφθαλμολογία. Γίνεται με τοπική αναισθησία, διαρκεί λιγότερο από μια ώρα και δεν απαιτεί τη νοσηλεία του ασθενούς.
Με την πάροδο του χρόνου, έχουν αναπτυχθεί διάφορες τεχνικές με στόχο τη βελτίωση των αποτελεσμάτων της επέμβασης.
Βασική αρχή παραμένει η αφαίρεση του θολωμένου φακού και η αντικατάστασή του από έναν τεχνητό, για να επανέλθει η διαθλαστική ικανότητα του οφθαλμού στα φυσιολογικά επίπεδα.
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων πρόκειται για ενδοφακό (που τοποθετείται εντός του οφθαλμού κατά τη διάρκεια της επέμβασης από το χειρουργό) ο οποίος είναι κατασκευασμένος από συνθετικά υλικά που είναι καλά ανεκτά από τον οργανισμό, δεν δημιουργούν δηλαδή κανενός είδους αντίδραση.
Η τοποθέτησή του μπορεί να γίνει είτε διατηρώντας το οπίσθιο περιφάκιο (δηλαδή τη μεμβράνη που διαχωρίζει το φακό από το υδατοειδές υγρό) οπότε η αφαίρεση του φακού χαρακτηρίζεται εξωπεριφακική, είτε αφαιρώντας το, οπότε η αφαίρεση χαρακτηρίζεται ενδοπεριφακική. Η πρώτη είναι προτιμότερη, αφού διατηρεί σε μεγαλύτερο βαθμό τη φυσιολογική ανατομία του οφθαλμού.
Παλαότερα, ο πάσχων φακός έβγαινε σε ένα κομμάτι, αποκλείοντας έτσι τη δυνατότητα εκτέλεσης τομής μικρότερης από τη διάμετρό του. Η τεχνολογική εξέλιξη, όμως, επέτρεψε τη διάλυσή του (φακοθρυψία) πριν από την αφαίρεση. Η πιο διαδεδομένη τεχνική είναι αυτή που χρησιμοποιεί υπερήχους με αποτέλεσμα η εξαγωγή του να μπορεί να γίνει από μια μικρή τομή, με τη χρήση ενός μηχανήματος αναρρόφησης.
Νεότερη μέθοδος χρησιμοποιεί ακτίνες L.A.S.E.R. αντί για υπερήχους με πλεονεκτήματα τη μικρότερη καταπόνηση των οφθαλμικών ιστών και την ανάγκη για ακόμα μικρότερη τομή. Λόγω της χαμηλής έντασης που πρέπει να εφαρμοστεί, όμως, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε 'σκληρούς' καταρράκτες, στάδιο στο οποίο συνήθως καταλήγει ο ασθενής αν καθυστερήσει την επέμβαση.
Είναι ευνόητο ότι όσο μικρότερα ποσά ενέργειας χρησιμοποιηθούν κατά τη φακοθρυψία, όσο μικρότερη είναι η τομή και όσο συντομότερος ο χρόνος που θα διαρκέσει η επέμβαση, τόσο μικρότερος είναι ο κίνδυνος επιπλοκών.
Αν βέβαια υπάρχει οποιαδήποτε αντένδειξη για την τοποθέτηση ενδοφακού, η λύση δίνεται με τη χρήση φακών επαφής ή διορθωτικών γυαλιών (αναπόφευκτα μεγάλου πάχους, λόγω της μεγάλης υπερμετρωπίας που αναπτύσσεται σε ένα αφακικό μάτι).
Για την επιλογή της διαθλαστικής ισχύος του φακού, έχουν προηγηθεί της επέμβασης μετρήσεις σχετικές με το μήκος του οφθαλμού και την καμπυλότητα του κερατοειδούς.
Επειδή ο τεχνητός ενδοφακός δεν έχει την ικανότητα να μεταβάλλει την καμπυλότητά του για να εξασφαλίζει ευκρινή όραση σε κοντινές και μακρινές αποστάσεις (προσαρμογή), θα χρειαστεί μετά την επέμβαση η μερική χρήση διορθωτικών γυαλιών.
Επιπλοκές
Όπως σε κάθε χειρουργική επέμβαση, έτσι και εδώ, ο ασθενής και ο ιατρός είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουν διάφορες επιπλοκές τόσο κατά τη διάρκειά της όσο και μετά απ' αυτή. Με την εξέλιξη των νέων τεχνικών, βέβαια, η συχνότητα εμφάνισής τους έχει ελαττωθεί.
Αρκετά πιθανή παραμένει η θόλωση της όρασης κατά τις πρώτες μετεγχειρητικές ημέρες, η οποία συνήθως οφείλεται σε οίδημα του κερατοειδούς λόγω της καταπόνησης που αυτός υφίσταται κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Το οίδημα αυτό υποχωρεί σε μικρό χρονικό διάστημα με τη λήψη κατάλληλων θεραπευτικών μέτρων.
Σπανιότερη είναι η θόλωση της όρασης λίγους μήνες μετά την επέμβαση η οποία είναι σοβαρότερη γιατί καταδεικνύει μόνμες ιστικές βλάβες. Ανάλογα με την αιτία, και εδώ υπάρχουν κάποιοι τρόποι αντιμετώπισης.
Με την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην αντιμετώπιση του καταρράκτη, είναι ανώφελο ο ασθενής να ταλαιπωρείται μη μπορώντας να επιτελέσει με ευκολία απλές καθημερινές δραστηριότητες όπως για παράδειγμα το διάβασμα και η οδήγηση. Η αναμονή δεν πρόκειται να οδηγήσει σε βελτίωση ούτε σε σταθεροποίηση της νόσου, παρά μόνο στην προοδευτική εξέλιξή της. Συνεπώς, αν αντιμετωπίζετε παρόμοιο πρόβλημα, το καλύτερο θα ήταν ν' απευθυνθείτε σ' έναν ειδικό για ν' αποκτήσετε ξανά διαύγεια στην όρασή σας.
ΠΗΓΗ: health.in.gr, healthierworld.gr
© 2019 Iatrica Όροι χρήσης | Πολιτική προστασίας απορρήτου