Είναι προβληματική η διάγνωση της φυματίωσης στην Ελλάδα?

Το κλειδί για την διάγνωση της φυματίωσης είναι η εγρήγορση και η διάγνωση της φυματίωσης είναι εργαστηριακή.

Σύμφωνα με στοιχεία του ΚΕΕΛΠΝΟ η συχνότητα της εργαστηριακά διαγνωσμένης φυματίωσης αντιστοιχεί μόνο στο 30-40% των κρουσμάτων που δηλώνονται.

Μήπως υπάρχει εργαστηριακή υπο-διάγνωση, κλινική υπερ-διάγνωση ή και τα δύο?

Ανάγκη για μια δοκιμή λανθάνουσας φυματίωσης (LBTI) στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Ο όρος λανθάνουσα φυματίωση (LBTI), αναφέρεται σε άτομα που έχουν μολυνθεί από κάποιο από τα ακόλουθα μικρόβια M. tuberculosis , M. bovis, M. africanum και M. Microti, που συνιστούν το σύμπλεγμα του μυκοβακτηριδίου της φυματίωσης (MTB), αλλά δεν είναι κλινικά νοσούντες, είναι ασυμπτωματικοί. Δεν διασπείρουν τη λοίμωξη σε άλλους αν και έχουν ζώντες μικροοργανισμούς στο σώμα τους. Σε αυτά τα άτομα, η ακτινογραφία θώρακος είναι συνήθως φυσιολογική και η εξέταση πτυέλων αρνητική.

Ο ασαφής όρος «απομακρυσμένη λοίμωξη φυματίωσης» (remote TB infection) είναι διαφορετικός από την LBTI. Χρησιμοποιείται σποραδικά ανάμεσα στους φυματιολόγους. Οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι ο όρος θα πρέπει να αναφέρεται σε μια προηγηθείσα λοίμωξη φυματίωσης η οποία έχει αναχαιτισθεί από το ανοσιακό σύστημα του ατόμου.

Επειδή το κλειδί για την διάγνωση της φυματίωσης δεν είναι μόνο η κλινική εγρήγορση, αλλά και η βέλτιστη εργαστηριακή μεθοδολογία εφαρμόζεται το QuantiFERON-TB Gold (QFT-GIT) ως σημαντικό διαγνωστικό «εργαλείο» στην μείωση της  μη ανιχνεύσιμης  LTBI στον πληθυσμό.

 

Τι είναι η QuantiFERON-TB Gold (QFT-GIT) ?

Η QFT-GIT είναι μια in vitro δοκιμασία ολικού αίματος που χρησιμοποιεί ένα απλό μίγμα πεπτιδίων που προσομοιώνονται με τις πρωτεΐνες ESAT-6, CFP-10 και TB7.7(p4) για να διεγείρουν τα κύτταρα στο ηπαρινισμένο πλήρες αίμα. Ο εντοπισμός της ιντερφερόνης-γ (IFN-γ) με ανοσοπροσροφητική ανάλυση συνδεδεμένη με ένζυμα (ELISA) χρησιμεύει στον εντοπισμό in vitro αντιδράσεων σε αυτά τα αντιγονικά πεπτίδια που συνδέονται με τη μόλυνση από το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης (Mycobacterium tuberculosis).

Η δοκιμασία αυτή διαθέτει εσωτερικό θετικό μάρτυρα, που προκύπτει μετά από ισχυρό μη ειδικό ερεθισμό των Τ-λεμφοκυττάρων. Με τον τρόπο αυτό ελέγχονται τυχόν τεχνικά λάθη, συμπεριλαμβανομένης και της αποτυχίας προσθήκης ζώντων κυττάρων στο δοκιμαστικό σωληνάριο. Πέραν τούτων, η αποτυχία δημιουργίας θετικού μάρτυρα καθιστά τα αποτελέσματα “ασαφή” (indeterminate) και πιθανόν δηλωτικά υποκρυπτόμενης ανοσοκαταστολής in vivo.

Οι μέθοδοι ανίχνευσης παραγωγής ιντερφερόνης (IGRAs) αποτελούν σχετικά νέα εργαλεία διάγνωσης της λανθάνουσας φυματίωσης στο σύγχρονο κλινικό εργαστήριο.

Η διαθέσιμη αυτή μεθοδολογία για να χρησιμοποιηθεί στα εξειδικευμένα εργαστήρια ως προϋπόθεση αξιόλογης διάγνωσης απαιτεί κλινικά δείγματα υψηλής ποιότητας και επικοινωνία κλινικής-εργαστηρίου.

Η σημασία της λανθάνουσας φυματίωσης στην επιδημιολογία της νόσου

Η διάγνωση λανθάνουσας ΤΒ απαιτεί αποκλεισμό ενεργού ΤΒ, μόνο μετά από ιατρική εκτίμηση, όπου θα αξιολογηθούν οι επιδημιολογικές πληροφορίες και το ιστορικό, τυχόν φυσικά σημεία και συμπτώματα, η α/α θώρακα και όταν κριθεί απαραίτητο, θα ληφθούν κλινικά δείγματα για βακτηριδιολογικό έλεγχο.

Η λανθάνουσα ΤΒ

  • Είναι δεξαμενή ανάπτυξης νέων περιπτώσεων ενεργού νόσου
  • Η διάγνωση και η αντιμετώπιση της είναι σημαντική για το μελλοντικό έλεγχο της νόσου

Στρατηγικές για την αποτροπή εμφάνισης ενεργού φυματίωσης και τον έλεγχο της νόσου.

Η ανίχνευση της μόλυνσης από Μ. tuberculosis σε στοχευμένες ομάδες του πληθυσμού αποτελεί ουσιώδη παρέμβαση για την αποτροπή εμφάνισης ενεργού φυματίωσης και τον έλεγχο της νόσου. Η στρατηγική αυτή συνίσταται στη χορήγηση θεραπείας σε άτομα με λανθάνουσα υποκλινική φυματίωση που έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ενεργού νόσου στο μέλλον.

Ο έλεγχος μη στοχευμένων ομάδων του πληθυσμού είναι αντιοικονομικός και έχει ως αποτέλεσμα τη χορήγηση περιττής θεραπείας. Γενικά, τα άτομα που έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ενεργού νόσου χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, αυτά με μεγάλη πιθανότητα έκθεσης στο μυκοβακτηρίδιο και εκείνα με συνυπάρχουσεςπαθολογικές καταστάσεις που ευνοούν την εξέλιξη της μόλυνσης σε νόσο.

Άτομα με αυξημένη πιθανότητα έκθεσης σε φυματικούς ασθενείς είναι:

  • Οι έχοντες στενή επαφή με ασθενείς πάσχοντες από ενεργό πνευμονική φυματίωση.
  • Οι προερχόμενοι από χώρες με μεγάλη επίπτωση της νόσου.

  • Οι εργαζόμενοι σε χώρους που συχνά υπάρχουν νοσούντες από φυματίωση, όπως νοσοκομεία, γηροκομεία, ξενώνες, οίκοι ευγηρίας, μονάδες περίθαλψης ασθενών με AIDS κ.λ.π.

Οι καταστάσεις που ευνοούν την εξέλιξη της μυκοβακτηριδιακής μόλυνσης σε λοίμωξη είναι:

  • HIV μόλυνση
  • χρήση ενδοφλέβιων ουσιών
  • ακτινογραφικά ευρήματα παλαιάς φυματίωσης
  • μειωμένο σωματικό βάρος (10% κάτω του ιδανικού)
  • ινώδη στοιχεία στην ακτινογραφία θώρακος συμβατά με παλαιά φυματίωση
  • μεταμοσχευθέντες
  • ανοσοκατασταλμένοι (λήψη αντι-TNF παραγόντων ή πρεδνιζόνης >15 mg/ημέρα για περισσότερο από 1 μήνα)

Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι το κλειδί για την διάγνωση της φυματίωσης είναι η εγρήγορση και η διάγνωση της φυματίωσης είναι εργαστηριακή.


Τάκης Αποστολόπουλος

Βιολόγος Κλινικός Χημικός

Επιστημονικός Συνεργάτης Medisyn & Ιatrica