Πόσο προφυλάσσει το καρδιολογικό check-up

Tο μείζον ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον ο κάθε άνθρωπος μπορεί να αισθάνεται προστατευμένος ύστερα από ένα καρδιολογικό check-up, του οποίου τα αποτελέσματα είναι φυσιολογικά

Η καρδιολογική διερεύνηση με κλινική εξέταση και ειδικές καρδιολογικές εξετάσεις είναι αναμφισβήτητα χρήσιμη για κάθε άνθρωπο, γιατί μπορεί να αναδείξει ακόμα και σοβαρές παθήσεις σε έναν τελείως ασυμπτωματικό ασθενή.

Αυτό κατά κανόνα συμβαίνει σε όσους γεννιούνται με συγγενείς ανωμαλίες της καρδιάς ή προσβάλλονται από ρευματικό πυρετό ή διάφορες ιώσεις που μπορούν να προκαλέσουν αντίστοιχα ή στενώσεις ή ανεπάρκειες των βαλβίδων ή μυοκαρδίτιδες - μυοκαρδιοπάθειες.

Σε όλες αυτές τις κατηγορίες, τόσο ο γιατρός όσο και ο ασυμπτωματικός ασθενής μπορεί να πάρουν τα κατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπίσουν το τυχόν καρδιολογικό πρόβλημα, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος από τυχόν επιπλοκές.

Ομως το μείζον ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον ο κάθε άνθρωπος μπορεί να αισθάνεται προστατευμένος ύστερα από ένα καρδιολογικό check-up, του οποίου τα αποτελέσματα είναι φυσιολογικά.

Δυστυχώς, ακόμα κι αν τα αποτελέσματα των καρδιολογικών εξετάσεων είναι φυσιολογικά, δεν σηματοδοτούν την ανυπαρξία κινδύνου. Πολλές φορές οι άρρωστοι, έπειτα από ένα έμφραγμα, διαμαρτύρονται στον γιατρό τους, ρωτώντας «Πώς συνέβη το έμφραγμα αφού μου είπατε ότι οι πρόσφατες εξετάσεις μου ήταν φυσιολογικές;».

Περίπου οι μισοί άρρωστοι που χάνονται από έμφραγμα του μυοκαρδίου δεν είχαν ποτέ κανένα σύμπτωμα. Η διαπίστωση αυτή δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο αναμφισβήτητου κύρους ιατρικό περιοδικό «Νew England Journal of Medicine» πριν από μερικά χρόνια και ισχύει διαχρονικά.

Εκείνο που αναμφίβολα μπορεί να λεχθεί είναι ότι εκείνος που έχει φυσιολογικές καρδιολογικές εξετάσεις κινδυνεύει λιγότερο από εκείνον που έχει παθολογική εξέταση.

Η μικρή βλάβη (βούλωμα) διαμέτρου λιγότερο του 70% του αυλού μιας στεφανιαίας αρτηρίας της καρδιάς δεν εκδηλώνεται με καμία ενόχληση, ούτε όλες οι καρδιολογικές εξετάσεις (ηλεκτροκαρδιογράφημα, τεστ κοπώσεως, σπινθηρογράφημα, ηχωκαρδιογράφημα ) μπορούν να αναδείξουν τον κίνδυνο.

Ακόμα και η στεφανιογραφία, η οποία μπορεί να απεικονίσει τη στένωση, δεν προσφέρει πρακτικά τίποτα, γιατί τόσο η αγγειοπλαστική όσο και η επέμβαση Bypass έχουν ένδειξη μόνον όταν οι στενωτικές βλάβες είναι μεγαλύτερες του 70% του αυλού.

Ομως η πλειονότητα των εμφραγμάτων αφορά βλάβες διαμέτρου μικρότερης του 70%. Και το πλέον εντυπωσιακό είναι ότι περίπου το ένα τρίτο των εμφραγμάτων συμβαίνουν όταν υπάρχει απλή διάβρωση του έσω χιτώνα της στεφανιαίας αρτηρίας, ούτε καν στένωση.

Ακόμα και μικρές εναποθέσεις ασβεστίου εάν υπάρχουν πάνω στον εσωτερικό χιτώνα μιας στεφανιαίας αρτηρίας μπορούν να δημιουργήσουν εστία δημιουργίας θρόμβου που να φράξει τελείως την αρτηρία και να δημιουργήσει έμφραγμα του μυοκαρδίου μέσα σε λίγα λεπτά.

Γι’ αυτό μόλις διαπιστωθεί, είτε με αξονική τομογραφία των στεφανιαίων αρτηριών ή με ηχωκαρωτίδων (υπέρηχο), έστω και υποψία αθηροσκλήρωσης, πρέπει να γίνεται προληπτική αντιμετώπιση όλων των παραγόντων κινδύνου, δηλαδή της υπερχοληστερολαιμίας, του σακχάρου, της υπέρτασης και της παχυσαρκίας.

Τέλος, η καθημερινή σωματική άσκηση και η διακοπή του καπνίσματος είναι εκ των ων ουκ άνευ. Αλλωστε, με τη στρατηγική αυτή, η Αγγλία, η Αυστραλία, ο Καναδάς και οι ΗΠΑ έχουν επιτύχει τη μείωση των εμφραγμάτων τους στο ένα τρίτο.


ΤΑ ΝΕΑ Ένθετο Υγεία