Πώς ανακοινώνουμε σε κάποιον ότι πάσχει από μια σοβαρή νόσο;

Προκειμένου να αποφύγουμε συναισθήματα όπως η άρνηση, ο θυμός, η επιθετικότητα, η απογοήτευση και ο φόβος για το παρόν και για το μέλλον

Έντονα και ποικίλα είναι τα συναισθήματα που δημιουργεί η ανακοίνωση σε κάποιον ότι υποφέρει από μία σοβαρή νόσο. Τόσο στον ίδιο όσο και στην οικογένεια του ή ακόμα και στον κοινωνικό του περίγυρο παρατηρούνται συχνά άρνηση, θυμός, ευερεθιστότητα, επιθετικότητα, απογοήτευση, κατάθλιψη, απόσυρση στον εαυτό και φόβος για το παρόν και για το μέλλον.
Για την αντιμετώπιση όλων αυτών των συναισθημάτων είναι πολύ σημαντική η ενημέρωση, η εκπαίδευση και η ψυχολογική στήριξη από τον θεράποντα γιατρό. Όπως όμως μας εξηγεί η Δρ. Ίλια Θεοτοκά, Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο, πολύτιμη βοήθεια για τη διαχείριση όλων των παραπάνω έντονων και αντιφατικών συναισθημάτων προσφέρει και ο ψυχολόγος, στον οποίον καλό θα είναι να απευθυνθεί ο ίδιος και η οικογένειά του.
Ένα σημαντικό θέμα που προκύπτει όταν τεθεί η διάγνωση, είναι σε ποιούς πρέπει ή δεν πρέπει να μιλήσει για τη νόσο του ο ασθενής. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει είναι να συζητήσει τον προβληματισμό του με το θεραπευτή ή τον ψυχολόγο του.
Ο ασθενής πρέπει να έρθει σε επαφή με τα δικά του συναισθήματα. Καταπιέζοντας σκέψεις ή συναισθήματα οδηγείται σε μεγαλύτερο άγχος. 
Εάν πρόκειται για μία ψυχική νόσο, ο ασθενής νιώθει ενοχές, ντροπή και αδυναμία να ζητήσει βοήθεια. Επίσης, μπορεί  να φοβάται ότι οι άλλοι θα τον παρεξηγήσουν, θα τον απομονώσουν ή θα τον φοβούνται και θα έχουν αρνητικά συναισθήματα για αυτόν. 
Δεν υπάρχει κανόνας για το σε ποιους θα πρέπει να ανακοινωθεί η νόσος. Ο ασθενής θα πρέπει να σκεφτεί ο ίδιος με ποιόν θέλει να το μοιραστεί, προκειμένου να έχει μεγαλύτερη υποστήριξη. Γενικά, η προσωπικότητα του ασθενή και η γενική τάση του να εκθέτει προσωπικά του ζητήματα ή να διατηρεί την ιδιωτικότητά του αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την απόφασή του.
Όταν αποφασίσει τελικά να μιλήσει πρέπει να λάβει υπόψη του τα πιθανά οφέλη, αλλά και τις ενδεχόμενες συνέπειες, παραδείγματος χάριν  αν τα άτομα στα οποία θα μιλήσει  είναι εχέμυθα ή όχι. Στις αρνητικές συνέπειες περιλαμβάνεται η πιθανή αρνητική αντίδραση του συγγενή/φίλου. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει το άτομο να εκπαιδευτεί. Η εκπαίδευση και ενημέρωση της οικογένειας βοηθά ψυχολογικά και πρακτικά το σύνολο των μελών της αλλά και τον ίδιο τον ασθενή.
Από την άλλη, ορισμένα απλά θέματα δεν χρειάζεται να τα μοιράζεται με όλους. Για παράδειγμα, εάν κάποιος θέλει να λείψει από την εργασία του για να επισκεφτεί το γιατρό του, ίσως θα έπρεπε να το μοιραστεί με τον εργοδότη του. 
Βεβαίως, η απόλυτη σιωπή δεν βοηθά γιατί συνεισφέρει στην άγνοια.
Εάν βρεθεί κάποιος στη θέση του ακροατή και κάποιος φίλος ή συγγενής του ανακοινώσει ότι πάσχει από μία σοβαρή νόσο, θα πρέπει να σκεφτεί προτού να μιλήσει. Να κάνει μία εσωτερική διερεύνηση, πριν δώσει μία πρώτη παρορμητική απάντηση. Η κατεύθυνση από έναν ειδικό αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη στους φίλους και την οικογένεια  του ασθενή πριν αρχίσουν να δίνουν συμβουλές. 
«Αποφύγετε να το παίξετε ήρωας ή σωτήρας, καθώς είναι πέρα από τις δυνατότητές σας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορείτε να φανείτε χρήσιμοι. Δείξτε κατανόηση και αποδοχή. Είναι πολύ σημαντικό. Μην πάρετε την ευθύνη του ασθενή, θα πρέπει να τον βοηθήσετε να κινητοποιηθεί», συμβουλεύει η Δρ. Θεοτοκά.
Ο ασθενής δεν πρέπει να ξεχνά ότι αν επικοινωνήσει σε επιλεγμένα άτομα τη νόσο του, υπάρχουν σίγουρα κάποια οφέλη:
• Οι συγγενείς που γνωρίζουν παίζουν τον σημαντικότερο ρόλο
• Υπάρχει μεγαλύτερη κοινωνική  υποστήριξη.

protothema.gr