Η σωματική άσκηση βοηθά στη διακοπή του καπνίσματος και του αλκοόλ

Την επίδραση διαφορετικών μορφών άσκησης σε ψυχολογικούς, φυσιολογικούς και βιοχημικούς παράγοντες ατόμων που καπνίζουν ή καταναλώνουν αλκοόλ μελετά ερευνητικό έργο, που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος «Θαλής» από το ΤΕΦΑΑ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Την επίδραση διαφορετικών μορφών άσκησης σε ψυχολογικούς, φυσιολογικούς και βιοχημικούς παράγοντες ατόμων που καπνίζουν ή καταναλώνουν αλκοόλ μελετά ερευνητικό έργο, που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος «Θαλής» από το ΤΕΦΑΑ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και έχει τίτλο: «Άσκηση, Κάπνισμα & Αλκοόλ: Διερεύνηση μηχανισμών και παρεμβάσεις για διακοπή, πρόληψη και ευαισθητοποίηση».

Τα πρώτα ερευνητικά αποτελέσματα δείχνουν ότι, όταν τα άτομα γυμνάζονται για 30 λεπτά στο εργομετρικό ποδήλατο, μειώνεται σταδιακά η επιθυμία τους για τσιγάρο και καθυστερεί η επιθυμία τους να καπνίσουν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα άτομα ανάβουν το πρώτο τους τσιγάρο, μισή ή μία ώρα μετά το πέρας της άσκησης.

Στο παρελθόν, όπως αναφέρει ο υπεύθυνος καθηγητής του ΤΕΦΑΑ Γιάννης Θεοδωράκης, έχουν γίνει πολλές προσπάθειες από ειδικούς να αναπτύξουν παρεμβατικά προγράμματα που θα βοηθήσουν τους καπνιστές να μειώσουν ή και να κόψουν το τσιγάρο, χωρίς τη χρήση φαρμάκων. Από τις μελέτες αυτές δεν θα μπορούσε φυσικά να λείπει η άσκηση.

«Θεωρούμε πως η συστηματική φυσική δραστηριότητα μπορεί να αυξήσει την αυτοπεποίθηση του ατόμου ότι μπορεί να κόψει το κάπνισμα, να αντιμετωπίσει τα συμπτώματα στέρησης, που προκαλεί η εξάρτηση από τη νικοτίνη και που συνοδεύουν συνήθως το άτομο, όπως είναι το στρες, η κατάθλιψη, η οξυθυμία, οι ανησυχίες, η κακή συγκέντρωση. Η άσκηση επίσης βοηθάει, μέσω της αύξησης κατανάλωσης των θερμίδων, στη μεταβολική ισορροπία και την προστασία του ατόμου από την αύξηση του βάρους του σώματος» εξηγεί ο κ.Θεοδωράκης.

Σχετικά με το αλκοόλ τονίζει πως η αλόγιστη κατανάλωσή του, ιδιαιτέρως από τους νέους, μπορεί να εκφράζει μια πρόκληση, προς την εξουσία των ενηλίκων ή μια προσπάθεια καταξίωσης στις εφηβικές παρέες. Για τις μεγαλύτερες ηλικίες, όμως, οι αιτίες είναι διαφορετικές και αφορούν κυρίως ανησυχίες, άγχος, νευρικότητα, ανασφάλειες, αποτυχίες και επαγγελματικά ή προσωπικά προβλήματα. Πολλοί είναι αυτοί που κάνουν κατάχρηση στο αλκοόλ, επειδή δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το στρες της καθημερινότητας.

Έτσι, θεωρείται ότι η άσκηση μπορεί να λειτουργήσει ως συμπληρωματική στρατηγική, μαζί με άλλα θεραπευτικά μοντέλα, για την αποχή από το αλκοόλ.

«Ερευνητικά, δεν έχει εξετασθεί το θέμα της κατάλληλης μορφής της άσκησης ή το θέμα της έντασης της άσκησης ή το επίπεδο της φυσικής κατάστασης του καπνιστή, που θα μπορούσε να βοηθήσει καλύτερα τα άτομα, ή κατά πόσο η άσκηση θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μηχανισμός απόσπασης της προσοχής ή ο συνδυασμός με άλλες τεχνικές ψυχολογικής υποστήριξης. Επιπλέον, δεν υπάρχουν επαρκή ερευνητικά δεδομένα διεπιστημονικής προσέγγισης, όπως είναι η επίδραση διαφορετικών μορφών άσκησης σε βιοχημικούς δείκτες, όπως η ενδοφρίνη και οι κατεχολαμίνες σε καπνιστές και αλκοολικούς. Θεωρούμε ότι η κατάλληλη μορφή άσκησης, θα συνεισφέρει στην κατάλληλη έκκριση της ενδοφρίνης, η οποία σε συνδυασμό με την ψυχολογική ευχαρίστηση, την αλλαγή της διάθεσης, τη μείωση του στρες, την αύξηση της αυτοπεποίθησης, και την μετατόπιση της προσοχής, θα βοηθήσει τα άτομα να ακολουθούν υγιεινούς τρόπους ζωής και να αποστρέφονται το κάπνισμα και το αλκοόλ», υπογραμμίζει ο κ.Θεοδωράκης.

Στο έργο αυτό θα εξετασθεί αρχικά η επίδραση διαφορετικών μορφών άσκησης στους παραπάνω μηχανισμούς που σχετίζονται με το κάπνισμα και την κατανάλωση αλκοόλ. Στη συνέχεια, θα αναπτυχθούν κατάλληλα προγράμματα άσκησης σε συνδυασμό με στρατηγικές ψυχολογικής υποστήριξης με στόχο τη διακοπή του καπνίσματος και της κατάχρηση στο αλκοόλ. Τέλος, θα σχεδιασθούν, θα υλοποιηθούν και θα αξιολογηθούν προγράμματα ευαισθητοποίησης σε πληθυσμούς εφήβων και ενηλίκων.


health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ