Διατροφή και Οστεοπόρωση

Από στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Διεθνούς Ιδρύματος Οστεοπόρωσης εκτιμάται ότι 228 εκατομμύρια Αμερικάνων έχουν προσβληθεί από οστεοπόρωση...

Από στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Διεθνούς Ιδρύματος Οστεοπόρωσης εκτιμάται ότι 228 εκατομμύρια Αμερικάνων έχουν προσβληθεί από οστεοπόρωση, ενώ 1.5 εκατομμύρια κατάγματα καταγράφονται ετησίως, ως αποτέλεσμα αυτής. Στην Αγγλία εκτιμάται ότι 3 εκατομμύρια υποφέρουν από οστεοπόρωση. Παγκοσμίως καταμετρήθηκαν 1.66 εκατομμύρια κατάγματα του ισχίου το 1990 και εκτιμάται ότι αυτά θα φτάσουν τα 6.26 εκατομμύρια το 2050.

Για την Ελλάδα δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία. Σε μια σχετική έρευνα αναφέρεται ότι τα κατάγματα του ισχίου αυξήθηκαν από 5100 το 1977 ( 55 κατάγματα/ 100,000 κατοίκους) σε 10953 το 1992 (107 κατάγματα ανά 100,000 κατοίκους). Το 1992 το 70% των ασθενών ήταν γυναίκες. Η πρόβλεψη για τα επόμενα 50 χρόνια είναι ότι ο αριθμός των ατόμων που θα υποφέρουν από οστεοπορωτικά κατάγματα θα τριπλασιαστεί έως και τετραπλασιαστεί. Τι σημαίνει όμως οστεοπόρωση.

Η οστεοπόρωση είναι μια νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική μάζα και δομική επιδείνωση του οστίτη ιστού, κάνοντας τα οστά πιο εύθραυστα και πιο δεκτικά σε κατάγματα του ισχίου, της σπονδυλικής στήλης και του καρπού. Η απώλεια οστού, η οποία συμβαίνει κατά την ενήλικη ζωή είναι μια φυσιολογική διαδικασία. Δεν αλλάζει η σύσταση του οστού, αλλά μειώνεται η οστική μάζα και πυκνότητα. Όταν η απώλεια της οστικής πυκνότητας γίνει τόσο μεγάλη, ώστε ο σκελετός να μην είναι σε θέση να αντέξει τις συνήθεις πιέσεις, τότε μιλάμε για οστεοπόρωση, μια κατάσταση με αυξημένη συχνότητα καταγμάτων.

Η απώλεια οστού συμβαίνει χωρίς συμπτώματα. Κάποιος μπορεί να μην ξέρει ότι πάσχει από οστεοπόρωση, μέχρι που τα οστά του γίνονται τόσο αδύναμα, ώστε μια ξαφνική πτώση ή κτύπημα να προκαλέσει κάποιο κάταγμα ή πτώση σπονδύλου. Τα πιο συνήθη οστεοπορωτικά κατάγματα είναι αυτά των σπονδύλων και του ισχίου. Η στατιστική δείχνει ότι οι γυναίκες είναι περίπου 4 φορές πιο πιθανές σε σχέση να εμφανίσουν οστεοπόρωση, αν και με την πάροδο του χρόνου, όλοι οι άνθρωποι χάνουν προοδευτικά οστική μάζα και γίνονται πιο τρωτοί στην οστεοπόρωση.

Η ακριβής αιτιολογία της οστεοπόρωσης δεν είναι πλήρως ξεκαθαρισμένη. Κάποιοι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν οστεοπόρωση σε σχέση με κάποιους άλλους. Οι παράγοντες, οι οποίοι αυξάνουν την πιθανότητα ανάπτυξης οστεοπόρωσης ονομάζονται «παράγοντες κινδύνου». Έχουν εντοπιστεί οι ακόλουθοι παράγοντες κινδύνου:

  • Φύλο
  • Μέγεθος σκελετού
  • Ηλικία
  • Οικογενειακό ιστορικό οστεοπόρωσης
  • Εμμηνόπαυση, συμπεριλαμβανομένου και της πρώιμης ή χειρουργικής εμμηνόπαυσης
  • Νευρογενής ανορεξία ή βουλιμία
  • Δίαιτα χαμηλή σε ασβέστιο και βιταμίνη D
  • Η χρήση κάποιων φαρμάκων, όπως τα κορτικοστεροιδή
  • Χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης στους άνδρες
  • Μειωμένη φυσική δραστηριότητα
  • Κάπνισμα
  • Υπερβολική χρήση οινοπνεύματος

Οι γυναίκες μπορεί να χάσουν έως και 20% της οστικής τους μάζας σε διάστημα 5 – 7 ετών μετά την εμμηνόπαυση, με αποτέλεσμα να γίνονται περισσότερο επιρρεπείς στην εμφάνιση οστεοπόρωσης. Κρίνεται σκόπιμο, κάποιος που εμφανίζει έναν ή περισσότερους από τους παραπάνω παράγοντες κινδύνου να εξετάσει την κατάσταση των οστών του.

Η ολοένα αυξανόμενη συχνότητα εμφάνισης οστεοπόρωσης καταδεικνύει την ανάγκη για αύξηση των προληπτικών μέτρων ελέγχου της νόσου, ώστε να προλαμβάνεται εγκαίρως η εμφάνισή της.

Περί την ηλικία των 20 ετών, η μέση γυναίκα έχει αποκτήσει το 98% της σκελετικής μάζας. Η δημιουργία γερών οστών κατά την παιδική και εφηβική ηλικία μπορεί να είναι η καλύτερη άμυνα κατά της οστεοπόρωσης. Οι κυριότεροι τρόποι πρόληψης της οστεοπόρωσης θα μπορούσαν να συνοψιστούν ως εξής:

  • Υγιεινή διατροφή
  • Άσκηση
  • Υγιεινός τρόπος ζωής (αποφυγή καπνίσματος και υπερβολικής χρήσης οινοπνεύματος)
  • Τακτικός έλεγχος της οστικής πυκνότητας.

Στόχος της διαιτητικής αγωγής για την οστεοπόρωση αποτελεί η καθυστέρηση ή ο περιορισμός της απώλειας της οστικής μάζας. Εντοπίζοντας τα επιμέρους στοιχεία μιας προληπτικής αλλά και θεραπευτικής αγωγής αυτά είναι:

1. Τα άτομα, τα οποία βρίσκονται σε κίνδυνο ανάπτυξης ή πάσχουν από οστεοπόρωση πρέπει να υιοθετήσουν μια ισορροπημένη διατροφή με επαρκή πρόσληψη ασβεστίου. Παρακάτω παρατίθενται οι σημαντικότερες πηγές πρόσληψης ασβεστίου:

  • Πλούσια πηγή ασβεστίου αποτελούν όλα τα γαλακτοκομικά προϊόντα (γάλα, γιαούρτι, τυρί) με πολύ καλό ποσοστό απορρόφησης. Με δεδομένο το γεγονός ότι η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη ασβεστίου είναι από 800 – 1000 mg ημερησίως για υγιείς ενήλικες φτάνοντας έως 1200 – 1500 mg για ειδικές ομάδες πληθυσμού όπως τα παιδιά, οι έγκυες, οι θηλάζουσες, οι μετεμηνοπαυσιακές γυναίκες, τουλάχιστον 2 με 3 μερίδες γαλακτοκομικών (κατά περίπτωση) ημερησίως είναι απαραίτητες.
  • Σημαντικές ποσότητες ασβεστίου εντοπίζονται στα πράσινα φυλλώδη λαχανικά (μπρόκολο, λάχανο, ραδίκια, σπανάκι, γογγύλια), στα φασόλια, στα ολόκληρα δημητριακά, με μειωμένο όμως βαθμό απορρόφησης. Κι αυτό καθώς η παρουσία οξέων όπως τα φυτικά και οξαλικά, δεσμεύουν ένα σημαντικό ποσοστό αυτού.
  • Επίσης στα λιπαρά ψάρια και αυτά τα οποία καταναλώνονται με τα κόκαλα (π.χ. σαρδέλα).
  • Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να γίνει αναφορά σε άτομα τα οποία, είτε λόγω κάποιας ενδογενούς διαταραχής (π.χ. δυσανοχή στη λακτόζη) είτε λόγω μη αρέσκειας, δεν καταναλώνουν ικανοποιητικές ποσότητες γαλακτοκομικών προϊόντων. Σε αυτά είναι σημαντικό να ενισχυθεί το διαιτολόγιό τους με τροφές που αποτελούν καλές εναλλακτικές πηγές ασβεστίου. Οι περισσότερες όμως φυτικές τροφές που αναφέρθηκε ότι περιέχουν ασβέστιο, δεν εμφανίζουν υψηλό βαθμό βιοδιαθεσιμότητας αυτού. Για το λόγο αυτό συστήνεται η κατανάλωση τροφών με ικανοποιητική περιεκτικότητα άλλά και απορρόφηση του ασβεστίου αυτών από των οργανισμό. Τέτοιες είναι το σουσάμι και τα προϊόντα του, ταχίνι και χαλβάς, οι οποίες περιέχουν υψηλά ποσά ασβεστίου, τα οποία μάλιστα απορροφούνται σε ικανοποιητικό βαθμό, λόγω της μη παρουσίας σε αυτά τα τρόφιμα φυτικών οξέων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η κατανάλωση 50 γρ. ταχινιού ή σουσαμιού ή χαλβά ημερησίως καλύπτει σημαντικό μέρος (της τάξεως του 30 – 40 %) της συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης ασβεστίου για έναν ενήλικα.

ΠΗΓΗ: eid.org.gr