Μπορούμε να ξεπεράσουμε τα 100

Παγκόσμια Ημέρα Υγείας σήμερα και τα νέα της επιστήμης είναι κάτι παραπάνω από ενθαρρυντικά. Για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας η θνησιμότητα μετά τα 65 μειώνεται πιο γρήγορα απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη ηλικία...

Παγκόσμια Ημέρα Υγείας σήμερα και τα νέα της επιστήμης είναι κάτι παραπάνω από ενθαρρυντικά. Για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας η θνησιμότητα μετά τα 65 μειώνεται πιο γρήγορα απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη ηλικία – και αυτό σημαίνει πως το να φτάσουμε ή να ξεπεράσουμε τα 100 μας χρόνια μόνο όνειρο θερινής νυκτός δεν είναι.

Το στίγμα της αισιοδοξίας προέρχεται από τον ακαδημαϊκό Δημήτριο Τριχόπουλο, καθηγητή Επιδημιολογίας & Πρόληψης του Καρκίνου στο φημισμένο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, ο οποίος επιβεβαιώνει πως οι κάτοικοι της Δύσης έχουν όλα τα «όπλα» στα χέρια τους για να αλλάξουν αιώνα πάνω στη γη.

«Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες προστέθηκαν κατά μέσον όρο 2 χρόνια στην αναμενόμενη ζωή μετά την ηλικία των 65 ετών για την Ελλάδα και την Ευρώπη», λέει. «Με άλλα λόγια, το προσδόκιμο επιβίωσης έφτασε τα 85 χρόνια, από τα 83 που ήταν. Για τα παιδιά του 21ου αιώνα, έχει υπολογιστεί και δημοσιευτεί σε ένα από τα εγκυρότερα ιατρικά περιοδικά παγκοσμίως, το Lancet, ότι το ένα στα δύοθα ξεπεράσει τα 100 χρόνια –».

Η πρόοδος αυτή, «δεν ήταν επιταγή της φυσικής εξέλιξης του είδους μας, αλλά δημιούργημα των ανθρώπων και της προόδου της επιστήμης», τονίζει. «Ό,τι και να λέμε, οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες έχουν βελτιωθεί δραματικά τα τελευταία 30-40 χρόνια – και μαζί τους βελτιώνονται οι συνθήκες υγιεινής και η φροντίδα της υγείας».

Κάπως έτσι βρέθηκε η ανθρωπότητα να βλέπει κάθε χρόνο τη θνησιμότητα να μειώνεται κατά περίπου 1% στις αναπτυγμένες χώρες. «Η μείωση αυτή δεν οφείλεται στο ότι σώζονται περισσότερα βρέφη και νήπια όπως συνέβαινε παλαιότερα, αλλά στο ότι σώζονται πολύ περισσότεροι ενήλικες και ηλικιωμένοι», λέει ο κ. Τριχόπουλος.

Όπως εξηγεί, μέχρι πριν από 30-40 χρόνια αποδιδόταν στο γήρας και σε ασαφή συμπτώματα ποσοστό έως 30% των θανάτων. Ωστόσο, «το γήρας δεν σκοτώνει. Σκοτώνουν τα νοσήματα που είναι συχνά στους μεγάλους ανθρώπους. Από τη μία, λοιπόν, έχουμε βελτίωση στην αντιμετώπιση των νοσημάτων του γήρατος και από την άλλη ο κόσμος γερνάει πιο υγιής παρά ποτέ», τονίζει.

Η ουσιωδέστερη βελτίωση είναι η «ραγδαία, δραματική, εντυπωσιακή», όπως την χαρακτηρίζει, μείωση στη θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο.

«Αυτό έγινε εφικτό επειδή περιορίστηκε το κάπνισμα με αποτέλεσμα να καπνίζει πλέον το 30% του κόσμου αντί για το 70%», λέει. "Επίσης ελέγχεται η χοληστερόλη, κυρίως με τις στατίνες που αποτελούν μια σημαντική ανακάλυψη, αλλά ελέγχεται επίσης πολύ καλύτερα και η υπέρταση, καθώς οι ίδιοι οι ασθενείς έχουν πλέον τη δυνατότητα να μετρούν συστηματικά την πίεσή τους στο σπίτι, γεγονός που βελτιώνει τη συμμόρφωσή τους στη φαρμακευτική αγωγή και την προσοχή τους στη διατροφική τους συμπεριφορά. Αν σε αυτά προστεθεί και η πρόοδος στην επεμβατική καρδιολογία με τα στεντ και όλες τις άλλες μεθόδους, καταλαβαίνει κανείς γιατί υπάρχουν πλέον γιατροί που, με μια δόση υπερβολής, πιστεύουν ότι η στεφανιαία νόσος μπορεί να ακολουθήσει τη φθίνουσα πορεία πολλών λοιμωδών νοσημάτων».

Στους καρκίνους επίσης η πρόοδος ήταν τεράστια τις τελευταίες δεκαετίες. «Ενώ παλιά λέγαμε ότι γενικώς ο ένας στους δύο πάσχοντες από καρκίνο θα πεθάνει από τη νόσο του, τώρα λέμε πως θα ζήσουν οι δύο στους τρεις», αναφέρει. «Μία από τις σημαντικότερες νέες εξελίξεις είναι η συνειδητοποίηση ότι οι αναστολείς των πρωτεϊνικών κινασών αποτελούν πετυχημένη στρατηγική αντιμετώπισης του καρκίνου (σ.σ. οι αναστολείς αυτοί είναι φάρμακα που στοχεύουν διάφορες μορφές καρκίνου) και μπορούν να αποτελέσουν σημαντικά βοηθήματα στο οπλοστάσιο της ογκολογίας».

Πάντως «η πιο σημαντική πρόοδος της επιστήμης από καταβολής της Ιατρικής», κατά τον κ. Τριχόπουλο, είναι τα εμβόλια. «Ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν σωθεί από πολιομυελίτιδα, ιλαρά και πολλά άλλα νοσήματα είναι ανυπολόγιστος», λέει. «Ταυτοχρόνως, τα εμβόλια αποτελούν τη μόνη μας ελπίδα για τις μελλοντικές, άγνωστες επιδημίες. Είναι τόσο σημαντικά, ώστε προσπαθούμε να βρούμε εμβόλια και για τον καρκίνο, με μικρή, ομολογουμένως, αλλά μέχρι στιγμής επιτυχία. Αυτό που έχουμε είναι ορισμένα εμβόλια για αιτίες του καρκίνου, όπως οι ιοί HPVτων θηλωμάτων και HBVτης ηπατίτιτιδας Β που προκαλούν καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και του ήπατος αντιστοίχως».



Πηγή : ΤΑ ΝΕΑ Ειδική έκδοση ΥΓΕΙΑ, ygeia.tanea.gr