Τελικά, η παχυσαρκία μπορεί όντως να μεταδοθεί ανάμεσα σε στενούς συγγενείς ή φίλους. Μια νέα μελέτη αποκαλύπτει ότι προκαλείται από μια οικογένεια πρωτεϊνών, οι οποίες αλλάζουν την ισορροπία των μικροβίων στο στομάχι μας.
Τελικά, η παχυσαρκία μπορεί όντως να μεταδοθεί ανάμεσα σε στενούς συγγενείς ή φίλους. Μια νέα μελέτη αποκαλύπτει ότι προκαλείται από μια οικογένεια πρωτεϊνών, οι οποίες αλλάζουν την ισορροπία των μικροβίων στο στομάχι μας.
Εκτός από την παχυσαρκία, με τις ίδιες πρωτεΐνες σχετίζεται και μία διαταραχή γνωστή ως λιπώδες ήπαρ (επιστημονικά αποκαλείται μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος), η οποία ουσιαστικά είναι η συσσώρευση λίπους στο συκώτι.
Η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος είναι επακόλουθο του μεταβολικού συνδρόμου - δηλαδή της συνύπαρξης σε έναν άνθρωπο πολλαπλών προβλημάτων, όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης, η χαμηλή «καλή» (HDL) χοληστερόλη και τα αυξημένα τριγλυκερίδια – και αποτελεί την κύρια αιτία χρόνιας ηπατοπάθειας στον δυτικό κόσμο.
Τα νέα ευρήματα προέρχονται από μελέτη σε ποντίκια, την οποία διεξήγαγαν επιστήμονες του Πανεπιστημίου Γέιλ. Όπως διαπίστωσαν, τόσο η παχυσαρκία όσο και το λιπώδες ήπαρ προκαλούνται από τα φλεγμονοσώματα, που είναι ενδοκυττάριες πρωτεΐνες.
Στην πραγματικότητα, η έρευνά τους έδειξε πως η ανεπάρκεια σε δύο συγκεκριμένα φλεγμονοσώματα οδηγεί σε αλλοίωση της μικροβιακής ισορροπίας στο στομάχι – και η έκταση αυτής της αλλοίωσης καθόριζε τη σοβαρότητα του λιπώδους ήπατος και της παχυσαρκίας στα ζώα.
Όταν, λοιπόν, οι ερευνητές έβαλαν ποντίκια με υγιές βάρος και υγιές ήπαρ να ζήσουν στα ίδια κλουβιά με ποντίκια που είχαν αλλοιωμένη μικροβιακή ισορροπία και έπασχαν από λιπώδες ήπαρ και παχυσαρκία, τα υγιή ζώα έγιναν ευάλωτα και στις δύο νόσους, κατά τον επικεφαλής ερευνητή δρα Ρίτσαρντ Φλέιβελ, καθηγητή Ανοσοβιολογίας στο Γέιλ.
Οι ερευνητές έδωσαν στη συνέχεια στοχευμένη αντιβιοτική αγωγή στα ζώα, η οποία επανέφερε στα φυσιολογικά επίπεδα την μικροβιακή σύσταση στο στομάχι τους, με αποτέλεσμα να μειωθεί η συσσώρευση λίπους στο συκώτι τους.
«Ελπίζουμε ότι τα ευρήματα αυτά θα οδηγήσουν τελικά σε ανάλογη θεραπεία για τους ανθρώπους», είπε ο καθηγητής Φλέιβελ.
Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Nature».
Πηγή : Web Only, ygeia.tanea.gr
© 2019 Iatrica Όροι χρήσης | Πολιτική προστασίας απορρήτου