Κυκλοφορεί και στην Ελλάδα το εμβόλιο κατά της λεϊσμανίασης

Έπειτα από 20 χρόνια έρευνας από διακεκριμένους επιστήμονες δημιουργήθηκε το πρώτο εμβόλιο στην Ευρώπη έναντι της λεϊσμανίωσης του σκύλου (Καλα-αζάρ), προσφέροντας στους τετράποδους φίλους του ανθρώπου ένα νέο επίπεδο προστασίας και πρόληψης. Το εμβόλιο είναι πλέον διαθέσιμο και στη χώρα μας από σήμερα.

Έπειτα από 20 χρόνια έρευνας από διακεκριμένους επιστήμονες δημιουργήθηκε το πρώτο εμβόλιο στην Ευρώπη έναντι της λεϊσμανίωσης του σκύλου (Καλα-αζάρ), προσφέροντας στους τετράποδους φίλους του ανθρώπου ένα νέο επίπεδο προστασίας και πρόληψης. Το εμβόλιο είναι πλέον διαθέσιμο και στη χώρα μας από σήμερα.

Μέχρι σήμερα, τα φαρμακευτικά προληπτικά μέτρα έναντι του Καλα-αζάρ περιορίζονταν στην ελαχιστοποίηση της φυσικής επαφής του σκύλου με τις σκνίπες με τη χρήση εντομοαπωθητικών (sprays, spot-ons, αμπούλες, περιλαίμια, κλπ). Παρά την εκτεταμένη χρήση τους όμως, το Καλα-αζάρ παραμένει μια σημαντική απειλή για την Ευρώπη. 

Το εμβόλιο είναι σημαντικό επιστημονικό επίτευγμα καθώς τα υπάρχοντα θεραπευτικά μέσα μπορούν να ελέγξουν τα συμπτώματα της νόσου  αλλά δεν την θεραπεύουν πλήρως. Επιπλέον, μετά τη νόσηση ο σκύλος παραμένει φορέας μιας νόσου που μεταδίδεται εξαιρετικά εύκολα μέσω μολυσμένης σκνίπας, και σε ανθρώπους. 

Η επίσημη κυκλοφορία του νέου εμβολίου ανακοινώθηκε την Κυριακή 15 Ιανουαρίου στο πλαίσιο επιστημονικής ημερίδας που  πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Κατά τη διάρκεια της ημερίδας οι Έλληνες κτηνίατροι ενημερώθηκαν λεπτομερώς σχετικά με την ανάπτυξη και την αποτελεσματικότητα του εμβολίου αλλά  και τη χρήση του στην καθημερινή κλινική πράξη. «Οι ερευνητικές μελέτες του εμβολίου που οδήγησαν στην απόκτηση της Ευρωπαϊκής Έγκρισής του είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές και φαίνεται ότι οι κτηνίατροι και οι ιδιοκτήτες σκύλων, έχουν πλέον στα χέρια τους ένα αρκετά ισχυρό όπλο καταπολέμησης του παρασίτου» ανέφερε ο Δρ Ηλίας Παπαδόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων στην Κτηνιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και διπλωματούχος του Ευρωπαϊκού Κολεγίου Κτηνιατρικής Παρασιτολογίας, ο οποίος έχει συμμετάσχει σε έρευνες για τη Λεϊσμάνια.

Λεϊσμανίωση: η ζωοανθρωπονόσος που απειλεί την Ευρώπη

Η λεϊσμανίωση του σκύλου είναι μια θανατηφόρος νόσος που προκαλείται λόγω της μόλυνσης από τα παράσιτα Leishmania (Λεϊσμάνια). Μπορεί να προσβάλλει διάφορα σπονδυλωτά είδη ζώων, κυρίως όμως τους σκύλους, ενώ μπορεί να προσβληθεί και ο άνθρωπος. Αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά κτηνιατρικά προβλήματα (και για τη χώρα μας), αλλά και ζήτημα δημόσιας υγείας σε περίπτωση που μεταδίδεται στον άνθρωπο (κυρίως σε γεωγραφικές περιοχές όπως η Βραζιλία και η Ασία). 

Στην Ευρώπη 2,5 εκατομμύρια σκύλοι έχουν προσβληθεί από τη λεϊσμανίωση, ενώ περισσότερο από τα 2/3 των σκύλων έχουν έρθει σε επαφή με το παράσιτο Leishmania. Σταδιακά η νόσος επεκτείνεται και στη βόρεια Ευρώπη, εξ’ αιτίας των κλιματολογικών αλλαγών αλλά και της αύξησης του αριθμού των ανθρώπων που ταξιδεύουν με τους σκύλους τους. 

Πώς μεταδίδεται η νόσος

Το παράσιτο Leishmania μεταδίδεται με τα τσιμπήματα από μολυσμένες σκνίπες, οι οποίες είναι ευρέως διαδεδομένες στη νότιο Ευρώπη και συχνά αναφέρονται λανθασμένα ως κουνούπια. Ο σκύλος είναι η κύρια δεξαμενή (φορέας) για το παράσιτο στην Ευρώπη, όμως, η λεϊσμανίωση μπορεί να μεταδοθεί και από άλλα είδη σπονδυλωτών ζώων (μέσω μολυσμένης σκνίπας), στα οποία συγκαταλέγεται και ο άνθρωπος. Ο κίνδυνος μόλυνσης εξαρτάται από τις δραστηριότητες του σκύλου και τον επακόλουθο κίνδυνο έκθεσης σε τσιμπήματα μολυσμένης σκνίπας. Μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν οι σκύλοι που παραμένουν για πολλές ώρες σε εξωτερικούς χώρους με βλάστηση (πχ. κήπους, πάρκα, αγρούς κλπ), ειδικά κατά τις χρονικές περιόδους που οι σκνίπες είναι περισσότερο δραστήριες (σούρουπο και ξημέρωμα).  

Τα συμπτώματα της νόσου στους σκύλους που έχουν μολυνθεί είναι ιδιαίτερα επίπονα και περιλαμβάνουν: πυρετό, απώλεια τριχώματος (ειδικότερα γύρω από τα μάτια), απώλεια βάρους, δερματικές αλλοιώσεις, προβλήματα με τα νύχια κ.α. Τα εσωτερικά όργανα ενδέχεται, επίσης, να προσβληθούν και σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να προκληθεί αναιμία, αρθρίτιδα και σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια.

ΠΗΓΗ: protothema.gr