Μια νέα θεραπεία που ανακουφίζει τη συμπτωματολογία της σταθερής στηθάγχης, η ρανολαζίνη, είναι διαθέσιμη και στην Ελλάδα, προσφέροντας μια εναλλακτική λύση για τους περίπου 250.000 Έλληνες που υποφέρουν από την πάθηση.
Μια νέα θεραπεία που ανακουφίζει τη συμπτωματολογία της σταθερής στηθάγχης, η ρανολαζίνη, είναι διαθέσιμη και στην Ελλάδα, προσφέροντας μια εναλλακτική λύση για τους περίπου 250.000 Έλληνες που υποφέρουν από την πάθηση.
Περίπου 10 εκατομμύρια υπολογίζονται οι ασθενείς που πάσχουν από στηθάγχη στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι υποφέρουν 250.000 άνθρωποι και κάθε χρόνο έχουμε 16.000 νέα περιστατικά. Γενικά, κάθε χρόνο, υπολογίζεται ότι 50.000 Έλληνες χάνουν τη ζωή τους από καρδιαγγειακές νόσους.
Μιλώντας στο συμπόσιο, που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του Παγκόσμιου Συνεδρίου Αρρυθμιών (οι εργασίες του οποίου ξεκίνησαν τη Δευτέρα στην Αθήνα και ολοκληρώνονται την Τετάρτη), ο καθηγητής Καρδιολογίας και εκλεγμένος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας Παναγιώτης Βάρδας εξήγησε ότι «η σταθερή στηθάγχη περιγράφεται σαν ένας πόνος στο στήθος και είναι η πιο συχνή μορφή εκδήλωσης της στεφανιαίας νόσου. Η χρόνια σταθερή στηθάγχη εκδηλώνεται συνήθως μετά από άσκηση και όχι σε ανάπαυση οπότε και καλείται ασταθής στηθάγχη».
Η στηθάγχη παρουσιάζεται όταν οι απαιτήσεις του μυοκαρδίου σε οξυγόνο είναι αυξημένες αλλά η κυκλοφορία δεν μπορεί να το προσφέρει λόγω των στενωμένων στεφανιαίων αρτηριών. Η στηθάγχη αυξάνεται με την ηλικία και παρουσιάζεται συχνότερα μεταξύ των ηλικιών 65-74, εξίσου σε άνδρες και γυναίκες.
Οι παραδοσιακές θεραπείες για τη σταθερή στηθάγχη βελτιώνουν την προσφορά και τη ζήτηση οξυγόνου στην καρδιά, μειώνοντας την καρδιακή συχνότητα και τις αντιστάσεις στα περιφερικά αγγεία ή αυξάνοντας την παροχή αίματος προς την καρδιά.
Όμως, το πρόβλημα που προκύπτει για πολλούς ασθενείς, που πάσχουν από στεφανιαία νόσο, είναι ότι οι θεραπείες αυτές δεν είναι επαρκείς και οι ασθενείς συνεχίζουν να παρουσιάζουν συμπτώματα. Πολλοί επίσης είναι οι ασθενείς, που εμφανίζουν επεισόδια στηθάγχης, ακόμη και μετά από επεμβάσεις επαναγγείωσης.
Λύση στο πρόβλημα αυτό έρχεται να δώσει η δραστική ουσία ρανολαζίνη, η οποία δρα στα κύτταρα του μυοκαρδίου και είναι σε θέση να μειώσει την ισχαιμία και τη στηθάγχη.
Ο μοναδικός μηχανισμός δράσης της ρανολαζίνης επικεντρώνεται σε συγκεκριμένους διαύλους που υπάρχουν στα κύτταρα του μυοκαρδίου. Με τον τρόπο αυτό η ρανολαζίνη προστατεύει την καρδιά από τις επιβλαβείς ιδιότητες του συσσωρευμένου ασβεστίου, που τελικά οδηγούν σε διαταραγμένη καρδιακή λειτουργία.
«Πολλές κλινικές μελέτες έχουν αποδείξει τη δράση της ρανολαζίνης, στη μείωση των στηθαγχικών κρίσεων, στην αύξηση του χρόνου άσκησης αλλά πολύ σημαντικότερο, στη βελτίωση της στεφανιαίας ροής αίματος χωρίς επίδραση στην καρδιακή συχνότητα και την αρτηριακή πίεση», επεσήμανε ο κ.Βάρδας.
Επίσης, η ρανολαζίνη μπορεί να έχει σημαντική θεραπευτική αξία σε στηθαγχικούς ασθενείς με συνοδά νοσήματα όπως ο διαβήτης και οι αρρυθμίες.
Η ρανολαζίνη κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το 2006 ενώ στην Ευρώπη κυκλοφορεί από το 2009 με την επίσημη ένδειξη της επιπρόσθετης αντιστηθαγχικής αγωγής για τους ασθενείς που έχουν συμπτώματα σταθερής στηθάγχης και δεν ελέγχονται επαρκώς ή έχουν δυσανεξία στις άλλες θεραπείες.
ΠΗΓΗ:health.in.gr
© 2019 Iatrica Όροι χρήσης | Πολιτική προστασίας απορρήτου