Γονιμότητα: HIV και εγκυμοσύνη

Με αφορμή την παγκόσμια ημέρα για το AIDS, το άρθρο αυτό επικεντρώνεται στο πολύ σημαντικό θέμα που αφορά τις νέες γυναίκες με HIV, οι οποίες σκέφτονται να μείνουν έγκυες.

Με αφορμή την παγκόσμια ημέρα για το AIDS, το άρθρο αυτό επικεντρώνεται στο πολύ σημαντικό θέμα που αφορά τις νέες γυναίκες με HIV, οι οποίες σκέφτονται να μείνουν έγκυες.

Στις μέρες μας είναι δυνατόν μια νέα γυναίκα με HIV που μένει έγκυος να φέρει σε πέρας την εγκυμοσύνη χωρίς να εκδηλώσει σημαντικά προβλήματα υγείας από τη μεριά της, ελαχιστοποιώντας παράλληλα την πιθανότητα μετάδοσης του ιού στο αγέννητο μωρό της.

Ως βασική αρχή, μια γυναίκα με HIV καλό είναι να προγραμματίσει να μείνει έγκυος όταν ο ιός είναι υπό έλεγχο. Αυτό τυπικά σημαίνει ότι το φορτίο του ιού στο αίμα είναι χαμηλό, δεν απαιτείται φαρμακευτική προληπτική αγωγή, όπως π.χ. για το παράσιτο της πνευμονοκύστης, και παράλληλα έχουν θεραπευτεί τυχόν ευκαιριακές λοιμώξεις. Με αυτόν τον τρόπο, ενδέχεται τόσο η υγεία της γυναίκας να παραμείνει καλή καθ' όλη τη διάρκεια της κύησης όσο η μετάδοση στο έμβρυο να παραμείνει χαμηλή.

Τα αντι-ιικά φάρμακα δεν απαγορεύονται στην εγκυμοσύνη. Αν μια γυναίκα λαμβάνει πολλαπλά φάρμακα για να ελέγχει τον HIV, τότε καλό είναι να τα συνεχίσει κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Αν δε χρειάζεται φάρμακα όταν αποφασίσει να μείνει έγκυος, τότε μπορεί να χρειαστεί να ξεκινήσει τα φάρμακα περίπου στα μέσα της κύησης, προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τη μετάδοση του ιού στο μωρό της.

Δεν υπάρχουν ιδιαίτερες επιβαρύνσεις του ιού ή των φαρμάκων στην ίδια την εγκυμοσύνη. Κάποια από τα φάρμακα μπορεί να προσδίδουν προδιάθεση για σάκχαρο, για το οποίο ελέγχεται πια κάθε εγκυμονούσα στην Ελλάδα.

Ο τρόπος με τον οποίο είναι καλύτερο να γεννήσει η γυναίκα με HIV είναι συνήθως η προγραμματισμένη καισαρική τομή. Ο λόγος είναι ότι, αποφεύγοντας την έξοδο του εμβρύου από τον κόλπο, διατηρείται στο ελάχιστο η επαφή του με τον ιό. Βέβαια, υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις που μπορεί να επιχειρηθεί ο φυσιολογικός τοκετός, συνήθως σε γυναίκες που έχουν πολύ χαμηλό ιικό φορτίο και δεν χρειάζονται πολλαπλά φάρμακα για τον έλεγχο του HIV.

Τέλος, ο θηλασμός καλό είναι να αποφεύγεται, μόνο και μόνο επειδή μπορεί να ευοδώσει τη μετάδοση του ιού στο βρέφος. Αυτό βεβαίως προϋποθέτει ότι υπάρχει η δυνατότητα χρήσης έτοιμου γάλακτος – κάτι που, ωστόσο, σε ορισμένες χώρες της Αφρικής δεν είναι καθόλου δεδομένο.

Ο συνδυασμός χρήσης φαρμάκων, καισαρικής τομής και αποφυγής του θηλασμού ελαττώνει το ποσοστό μετάδοσης του HIV από τη μαμά στο βρέφος από περίπου 35% σε λιγότερο από 1%!

Αξίζει να αναφερθεί ότι, σε ευρωπαϊκές χώρες που διαθέτουν υποπληθυσμούς με σχετικά υψηλά ποσοστά HIV, έχουν συγκροτηθεί ειδικές κλινικές εγκύων στις οποίες παρέχεται πολυπαραγοντική υποστήριξη και υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένων του μαιευτήρα, του παθολόγου με ειδίκευση στον HIV, του διατροφολόγου, της μαίας και του ψυχολόγου.

Μία τέτοια ομάδα προφανώς παρέχει την υψηλότερου επιπέδου φροντίδα για τις γυναίκες με HIV που αποφασίζουν να «περπατήσουν» το μονοπάτι μιας εγκυμοσύνης.

ΠΗΓΗ:zougla.gr, gynaikologos.net