Άνθρωποι που καταναλώνουν λιγότερα από 2 ποτήρια νερό την ημέρα μπορεί να έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν υψηλό σάκχαρο, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Άνθρωποι που καταναλώνουν λιγότερα από 2 ποτήρια νερό την ημέρα μπορεί να έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν υψηλό σάκχαρο, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Στην έρευνα, ενήλικες που κατανάλωναν μόνο μισό λίτρο νερό την ημέρα ή λιγότερο είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν επίπεδα σακχάρου στην ακτίνα του προδιαβήτη σε σχέση με ανθρώπους που έπιναν περισσότερο νερό.
Ωστόσο παραμένει ασαφές αν η κατανάλωση νερού μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο προβλημάτων με το σάκχαρο.
Τα ευρήματα δείχνουν συσχετισμό μεταξύ της πρόσληψης νερού και του σακχάρου αλλά δεν αποδεικνύουν αιτιατή σχέση, δήλωσε η ερευνήτρια Lise banker, του Ινστιτούτου INSERM. Ωστόσο είναι πιθανό, με βάση τη βιολογία, πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η βασοπρεσίνη αποτελεί ενδεχομένως τον ‘χαμένο κρίκο’.
Η συγκεκριμένη ορμόνη, βοηθά στη ρύθμιση της κατακράτησης νερού στον οργανισμό. Όταν έχουμε αφυδάτωση τα επίπεδά της αυξάνονται οδηγώντας τα νεφρά σε κατακράτηση νερού. Ωστόσο, η έρευνα υποδεικνύει ότι τα υψηλότερα επίπεδα βασοπρεσίνης μπορεί επίσης να αυξάνουν το σάκχαρο.
Υπάρχουν υποδοχείς βασοπρεσίνης στο ήπαρ, το όργανο που είναι υπεύθυνο για την παραγωγή γλυκόζης, εξηγεί η Bankir. Και μια έρευνα ανακάλυψε ότι η έγχυση βασοπρεσίνης στον οργανισμό προκαλεί προσωρινή αύξηση σακχάρου.
Τα ευρήματα βασίζονται σε 3.615 Γάλλους ενήλικες, ηλικίας μεταξύ 30 και 65 ετών, που είχαν φυσιολογικά επίπεδα σακχάρου στην έναρξη.
Περίπου το 19% δήλωσε ότι κατανάλωναν λιγότερο από μισό λίτρο την ημέρα, ενώ οι υπόλοιποι κατανάλωναν τουλάχιστον 1 λίτρο.
Τα επόμενα 9 χρόνια, 565 συμμετέχοντες εμφάνισαν υψηλό σάκχαρο σε μη φυσιολογικά επίπεδα και 202 εμφάνισαν διαβήτη 2.
Όταν οι ερευνητές εξέτασαν τον κίνδυνο των συμμετεχόντων σύμφωνα με την πρόσληψη νερού ανακάλυψαν ότι άνθρωποι που κατανάλωναν τουλάχιστον μισό λίτρο την ημέρα είχαν 28% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν υψηλό σάκχαρο σε σχέση με όσους έπιναν λιγότερο.
Δεν υπήρχε ισχυρή στατιστικά σχέση μεταξύ της πρόσληψης νερού και του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη.
Μια εμφανής εξήγηση για τη σχέση με το υψηλό σάκχαρο θα ήταν ότι οι άνθρωποι που πίνουν λίγο νερό μπορεί αντ’ αυτού να καταναλώνουν σακχαρούχα ποτά που μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση βάρους και να διαταράξουν τη ρύθμιση του σακχάρου.
Ωστόσο, η Bankir έλαβε υπόψη στην έναρξη της έρευνας τα σακχαρούχα ροφήματα και το αλκοόλ, καθώς και το σωματικό βάρος, τα επίπεδα άσκησης και ορισμένους άλλους παράγοντες υγείας. Και η σχέση μεταξύ χαμηλής πρόσληψης νερού και υψηλού σακχάρου παρέμενε.
Ωστόσο οι ερευνητές δεν μπορούσαν να λάβουν τα πάντα υπόψη περιλαμβανομένων των υγιεινών ή λιγότερο υγιεινών διατροφικών συνηθειών. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι πιο υγιεινές συμπεριφορές που συνδέονται με υψηλότερη κατανάλωση νερού θα μπορούσαν επίσης να ευθύνονται για τη σχέση που παρατηρήθηκε.
Σχετικά με την αιτία που δεν παρατηρήθηκε σχέση μεταξύ της πρόσληψης νερού και του διαβήτη, η ερευνήτρια δήλωσε ότι ο αριθμός των περιστατικών διαβήτη στην έρευνα ήταν πολύ μικρός για να υπάρξει σημαντικό αποτέλεσμα. Μεγαλύτερη έρευνα ενδεχομένως θα μπορούσε να εντοπίσει στατιστικά σημαντική σχέση, σημειώνει η ερευνήτρια.
Η ερευνήτρια δήλωσε ότι χρειάζονται νέες έρευνες.
Επί του παρόντος θεωρεί ότι η αντικατάσταση των σακχαρούχων ποτών που περιέχουν πολλές θερμίδες με νερό θα ήταν καλή ιδέα.
ΠΗΓΗ:iatronet.gr
© 2019 Iatrica Όροι χρήσης | Πολιτική προστασίας απορρήτου