Στη σημερινή Ελλάδα υπολογίζεται ότι νοσούν πάνω από 100.000 άνθρωποι από επιληψία. Η νόσος έχει περιγραφθεί από τα αρχαία χρόνια και μέσα από την διαδρομή της στους αιώνες του ανθρώπινου πολιτισμού μεταφέρει μαζί της δοξασίες που ακόμη και σήμερα –τουλάχιστον στη χώρα μας- εμποδίζουν και περιπλέκουν πολλές φορές τόσο την θεραπεία της...
Στη σημερινή Ελλάδα υπολογίζεται ότι νοσούν πάνω από 100.000 άνθρωποι από επιληψία. Η νόσος έχει περιγραφθεί από τα αρχαία χρόνια και μέσα από την διαδρομή της στους αιώνες του ανθρώπινου πολιτισμού μεταφέρει μαζί της δοξασίες που ακόμη και σήμερα –τουλάχιστον στη χώρα μας- εμποδίζουν και περιπλέκουν πολλές φορές τόσο την θεραπεία της όσο και την μελέτη των κοινωνικών της διαστάσεων.
Αν λοιπόν η ίδια η ασθένεια αποτελούσε ένα παλαιό «ταμπού», οι θεραπείες της και ειδικά η χειρουργική της επιληψίας είναι ακόμη σήμερα στην Ελλάδα αντικείμενο συζητήσεων και πολλές φορές αντιπαραθέσεων.
Πότε όμως ένας επιληπτικός ασθενής είναι υποψήφιος για χειρουργική αποκατάσταση της ασθένειάς του ;
Το παραπάνω ερώτημα είναι το πρώτο στο οποίο καλείται να απαντήσει ο θεράπων νευρολόγος.
Είναι η επιληψία του ασθενούς εστιακή; Υπάρχουν δηλαδή τα κλινικά και άλλα χαρακτηριστικά που θα οδηγήσουν το νευρολόγο στο συμπέρασμα ότι υπάρχει σε κάποιο λοβό του εγκεφάλου «επιληπτογενής ζώνη»; Ή αντιθέτως πρόκειται για γενικευμένη επιληψία η οποία δεν έχει χειρουργική θεραπεία ; Από την άλλη κανείς ασθενής του οποίου οι κρίσεις ελέγχονται με φαρμακευτική αγωγή (με ένα αντιεπιληπτικό φάρμακο ή με συνδυασμό δύο ή περισσοτέρων) δεν έχει λόγο να μπει στην προεγχειρητική διαδικασία. Το χρονικό διάστημα στο οποίο πρέπει να «δοκιμαστούν» και να αποτύχουν οι φαρμακευτικές μονοθεραπείες και ακολούθως πολυθεραπείες είναι τουλάχιστον δύο χρόνια. Ακόμη και αν οι κρίσεις δεν ελέγχονται πλήρως αλλά η φύση και η συχνότητά τους είναι τέτοια που δεν διαταράσσουν την ομαλή κοινωνική ζωή η φαρμακευτική αγωγή θεωρείται μερικώς επιτυχημένη.
Όταν η φαρμακευτική αγωγή αποτύχει και η κλινική και εργαστηριακή διάγνωση της εστιακής επιληψίας έχει τεθεί, ο θεράπων νευρολόγος εξετάζει και κάποια άλλα κριτήρια όπως την ηλικία, την ύπαρξη ενεργού ψυχικού νοσήματος ή νεοπλασίας, το πνευματικό πηλίκο και κυρίως τις επιπτώσεις που έχει η ασθένεια στην οικογενειακή, κοινωνική και επαγγελματική ζωή του κάθε συγκεκριμένου ασθενή, πριν τον παραπέμψει στο ειδικό κέντρο προεγχειρητικού ελέγχου για την επιληψία.
Ένας επιτυχημένος προεγχειρητικός έλεγχος είναι αυτός που θα καταδείξει με ακρίβεια την επιληπτογενή εστία, το σημείο δηλαδή ή το σχηματισμό του εγκεφάλου από το οποίο ξεκινά ή από το οποίο «διανέμεται» η επιληπτική δραστηριότητα (κριτική ή μεσοκριτική) και του οποίου χειρουργική εξαίρεση θα απαλλάξει τον ασθενή από τις κρίσεις.
Η επιτυχία ή αποτυχία αυτής της διαδικασίας, που μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες, κρίνει το αν ο υποψήφιος για εγχείρηση της επιληψίας ασθενής θα χειρουργηθεί τελικά ή όχι.
Σε ένα μεγάλο μέρος των εστιακών επιληψιών (περίπου 70%)δεν εντοπίζεται ανατομική βλάβη στις απεικονιστικές εξετάσεις (μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου και ιππόκαμπων). Αυτό σημαίνει ότι η ανεύρεση τελικά της επιληπτογενούς περιοχής γίνεται με λειτουργικές κυρίως δοκιμασίες. Όσο λιγότερο «φανερή» είναι η εστία τόσο πιο εξειδικευμένος και πολυσυλλεκτικός πρέπει να είναι ο προεγχειρητικός έλεγχος και όσο πιο σύνθετη και εξειδικευμένη είναι η διερεύνηση τόσο περισσότερα είδη επιληψίας μπορούμε τελικά να χειρουργήσουμε. Την πολυσυλλεκτικότητα αυτή των εξετάσεων εξασφαλίζουν μόνο τα μεγάλα κέντρα αναφοράς χειρουργικής της επιληψίας των οποίων το προεγχειρητικό – νευρολογικό μέρος ξεχωρίζει και προσδιορίζεται ως τέτοιο από τον αριθμό και το είδος των εξετάσεων που διενεργεί και από την ποικιλία των εστιακών επιληψιών που έχει τη δυνατότητα να διερευνήσει.
Συνοψίζοντας ένας σύγχρονος προεγχειριτικός έλεγχος βάσης περιλαμβάνει:
(Απεικόνιση της περιοχής και ανάλυση των αλλαγών της χημικής σύστασης).
Επίσης μία σειρά εξετάσεων, μη δεδομένες στον ελληνικό χώρο, βοηθούν στην παραπέρα διερεύνηση και διευρύνουν το φάσμα των περιπτώσεων που μπορούν να χειρουργηθούν.
Πρόκειται για την μαγνητοεγκεφαλογραφία (MEG)- μία εξαιρετικής ακρίβειας στο χώρο και το χρόνο απεικόνισης της επιληπτικής δραστηριότητας πάνω στη μαγνητική τομογραφία του ασθενούς κλπ
Όταν ο ασθενής ολοκληρώσει με επιτυχία τον προεγχειρητικό του έλεγχο και αφού η διαδικασία καταδείξει με ακρίβεια την τοπογραφία της επιληπτογενούς ζώνης, γίνεται κοινό συμβούλιο των νευρολόγων, νευροχειρουργών, νευροακτινολόγων, κλινικών ψυχολόγων και όλων των επιστημόνων που συμμετείχαν στην διερεύνηση. Εκεί αποφασίζεται για το αν θα προχωρήσει ή όχι ο ασθενής σε χειρουργική θεραπεία και ο νευροχειρουργός εισηγείται το είδος της επέμβασης.
Η ευλαβική τήρηση όλων αυτών των κανόνων και πρωτοκόλλων καθώς και η συλλογικότητα και πολυσυλλεκτικότητα των ομάδων εργασίας εξασφαλίζουν μεγάλα ποσοστά επιτυχίας στα χειρουργεία της επιληψίας. Στο νοσοκομείο Pitie-Salpetriere στου Παρισιού σε αναδρομική μελέτη των επεμβάσεων από το 1987 το 79% των ασθενών που χειρουργήθηκαν για κροταφική και μετωπιαία επιληψία δεν παρουσιάζουν καθόλου κρίσεις ή παρουσιάζουν απλώς αύρες χωρίς παραπέρα εξέλιξη, το 19% παρουσιάζει αραιές κρίσεις ή κρίσεις στον ύπνο και το 2% απλά μικρή μείωση του αριθμού των κρίσεων.
Η επιληψία λοιπόν χειρουργείται εδώ και αρκετά χρόνια όμως πάντα κάτω από τους διεθνείς αυστηρούς κανόνες που καθορίζουν την προεγχειρητική της διερεύνηση.
ΠΗΓΗ:ΙΑΣΩ General, healthierworld.gr
© 2019 Iatrica Όροι χρήσης | Πολιτική προστασίας απορρήτου